30/7/16

ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (31.07.2016)


Γερασίμου Φραγκουλάκη
Αρχιμανδρίτη

Κατά την επί γης παρουσία του δύο παραλυτικούς θεράπευσε ο Ιησούς, αυτόν που αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην Προβατική Κολυμβήθρα και τον άλλο στην Καπερναούμ, για τον οποίο ακούσαμε σήμερα και στον οποίο αναφέρεται ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, αλλά και οι Ευαγγελιστές Μάρκος και Λουκάς. Την διήγηση του Μάρκου όπου αναφέρεται ότι αυτοί που μετέφεραν τον Παραλυτικό, επειδή δεν μπορούσαν να πλησιάσουν τον Ιησού στο σπίτι που βρισκόταν λόγω του πολύ κόσμου που είχε μαζευτεί, παραμέρισαν τα κεραμίδια της σκεπής και κατέβασαν το φορείο με τον παράλυτο μπροστά στον Κύριο, διαβάζεται την Δ΄ Κυριακή μετά το Πάσχα και πρόκειται για το ίδιο περιστατικό που ακούσαμε σήμερα στο Ευαγγέλιο.
Εκείνο το οποίο είναι αξιοπρόσεκτο στην συνάντηση του Χριστού με τον παράλυτο, είναι αυτό που αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος "ιδών την πίστιν αυτών."[1] (Είδε την πίστη τους). Ο καρδιογνώστης Κύριος ο οποίος τα πάντα βλέπει, είδε ότι δεν είχε πίστη μόνο ο παράλυτος, αλλά και αυτοί που τον μετέφεραν. Φαινομενικά τι δείχνει αυτή η εικόνα: Παρουσιάζει ένα παράλυτο άνθρωπο ο οποίος εφόσον μεταφέρεται "επί κλίνης", πάνω σε φορείο δηλαδή, αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούσε να κινηθεί καθόλου και κάποιους ανθρώπους να τον μεταφέρουν, οι οποίοι θα μπορούσαν να είναι συγγενείς ή φίλοι ή απλοί άνθρωποι της περιοχής εκείνης, που προσφέρθηκαν να βοηθήσουν. Αυτό θα έβλεπαν μπροστά στην εικόνα αυτή τα ανθρώπινα μάτια. Ο Κύριος όμως βλέπει και κάτι άλλο. Επί πλέον βλέπει και τα κίνητρα αυτής της πράξεως, που είναι η αγάπη και η πίστη. Αγάπη προς τον πάσχοντα συνάνθρωπο και πίστη προς τον Θεό, που εκ των πραγμάτων η πίστη αυτή προϋποθέτει και αγάπη προς αυτόν. Αυτοί οι δύο τρόποι είναι οι μοναδικοί, με τους οποίους μπορεί κάποιος να πλησιάσει τον άνθρωπο και το Θεό. Αγάπη στον συνάνθρωπο και πίστη και αγάπη προς τον Θεό. Να ποιες είναι οι προϋποθέσεις του θαύματος. Και να ποιος είναι και ο λόγος που σήμερα σπανίζουν τα θαύματα. Λείπει δυστυχώς από την κοινωνία μας και η αγάπη προς τον συνάνθρωπο και η πίστη και αγάπη προς τον Θεό. Για το πρώτο, την έλλειψη της αγάπης προς τον συνάνθρωπο ποιος μπορεί να το αμφισβητήσει, ποιος μπορεί να παραγνωρίσει ότι ολόκληρες κοινωνίες ανθρώπων κατασπαράσσονται. Βλέπουμε τι γίνεται. Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου κυριαρχεί πόνος, δάκρυα, αίμα και θάνατος. Εκατόμβες θυμάτων στο βωμό της ανθρώπινης παράνοιας. Θάνατοι που δεν εξυπηρετούν ουσιαστικά κανένα σκοπό, πέρα από μια παρανοϊκή ικανοποίηση αυτών που τους προκαλούν. Όποιο λόγο κι αν επικαλούνται οι φονιάδες, δεν μπορεί να τον δεχθεί καμιά λογική. Αιματοκυλούν τον κόσμο και στοχοποιούν όσους τυχαίνει να έχουν ίδια καταγωγή ή ίδια πιστεύω με αυτούς.
Με αγωνία σήμερα ο κάθε λογικός άνθρωπος αναρωτιέται: που είναι η πρόοδος του κόσμου, ποιο το όφελος της τεχνογνωσίας, ποια τα κέρδη της τεχνολογικής ανάπτυξης, ποιο τελικά είναι στις μέρες μας το συμφέρον του κάθε ανθρώπου. Φτάσαμε στο σημείο να έχουμε στην διάθεσή μας σωρεία αγαθών και όμως δεν μπορούμε να τα χαρούμε, γιατί και άνισα είναι μοιρασμένα, αλλά και όπου υπάρχουν δεν είναι ασφαλές το περιβάλλον. Τίνος ανθρώπου λογικού το μυαλό δεν σκέφτεται ότι, αυτό που έγινε στις Βρυξέλλες, στη Νίκαια της Γαλλίας, στο Μόναχο και σε τόσες άλλες περιοχές δεν μπορεί να συμβεί και στον τόπο που ζει. Βέβαια, εμάς τους πολίτες της λεγόμενης Δύσης έχει αρχίσει να μας προβληματίζει η κατάσταση μετά τις τελευταίες δολοφονικές ενέργειες στις διάφορες περιοχές της Ευρώπης. Την ίδια και χειρότερη κατάσταση ζουν χρόνια τώρα άλλοι λαοί, εκτός Ευρώπης. Βιώνουν την καθολική απαξίωση και τον τέλειο αφανισμό. Η λογική όμως λέει ότι, κάθε τι το οποίο υπερπαράγεται και αυξάνεται ιλιγγιωδώς έχει ως φυσική συνέπεια την εξάπλωσή του και την εξαγωγή του. Να λοιπόν ποιο είναι το αποτέλεσμα, πλεόνασαν τα κακά του πολέμου, υπερπερίσευσε η ανομία, η αδικία, το μίσος, ο φανατισμός, ο μηδενισμός, ο πόνος, η θλίψη, το αίμα, ο θάνατος. Αυξήθηκαν τόσο που έγιναν εξαγώγιμα προϊόντα σε όλο τον κόσμο. Και όλα αυτά έχουν ως κύρια αιτία μία και μοναδική, την υπερβολική πίστη, την τυφλή εμπιστοσύνη μόνο στον άνθρωπο. Θεοποιήθηκε ο άνθρωπος και παραμερίστηκε ο Θεός. Δείξαμε όλοι μας υπερβολική εμπιστοσύνη στους ισχυρούς της γης. Εγκαταλείψαμε τον Θεό, τον μόνο αξιόπιστο και εμπιστευθήκαμε τον εν πολλοίς αναξιόπιστο άνθρωπο. Τον άνθρωπο εκείνο που έχει  καταργήσει την αγάπη προς τον συνάνθρωπό του και την έχει αντικαταστήσει με το συμφέρον του. Ένα συμφέρον που δεν μπορεί επουδενί να επηρεάσει ο ίδιος.
         Αδελφοί μου, όλοι μας από μόνοι μας έχουμε παραδοθεί στην σημερινή παράνοια που επικρατεί στον κόσμο. Όλοι σχεδόν έχουμε υποκύψει στην λογική του μακριά από εμάς το κακό και ας συμβεί όπου αλλού θέλει. Παρερμηνεύουμε την έννοια της αγάπης. Αγάπη σήμερα είναι η προσωπική φροντίδα, η προσωπική ευημερία, το προσωπικό συμφέρον. Οι περισσότεροι από εμάς την λέξη "αγαπώ" την χρησιμοποιούν μόνο για τον εαυτό τους. Όμως οι καταστάσεις αυτές συνιστούν παραλυσία. Μια παραλυσία ιδιότυπη. Είμαστε παράλυτοι παντελώς σε ό,τι έχει σχέση με το καλό και δυναμικοί στο κακό, στην καταστροφή και αυτοεξόντωσή μας. Υπάρχει άραγε ελπίδα; Για όλους εμάς ναι, κατηγορηματικά ναι. Υπάρχει ελπίδα αρκεί να παραδοθούμε εξολοκλήρου στο Θεό. Να αποδεχθούμε ότι η τακτική μας μέχρι σήμερα, αποτέλεσμα του εγωισμού μας και μόνο, ήταν ανώφελη. Να ομολογήσουμε την ανοησία μας, να παραδεχθούμε την αδυναμία μας και να δείξουμε πραγματική αγάπη και πίστη στο Θεό και να προστρέξουμε σε αυτόν. Ο Χριστός δεν κρύβεται, ξέρουμε όλοι που μπορούμε να τον βρούμε. Θα τον βρούμε στην προσευχή, στην μετάνοια, στην θεία Κοινωνία, στην ελεημοσύνη που δείχνει την αγάπη προς τον συνάνθρωπό μας. Θα τον βρούμε στην εκκλησία, στην οικογένεια, στο σχολείο, στην εργασία, στο νοσοκομείο, στη φυλακή, στο ορφανοτροφείο, στο γηροκομείο, παντού θα τον βρούμε και μάλιστα θα τον βρούμε με μεγάλη ευκολία εκεί όπου υπάρχει πόνος. Αφού λοιπόν τον βρούμε, ας τον πλησιάσουμε με εμπιστοσύνη και ας μην πούμε τίποτα. Εκείνος ξέρει, εκείνος μπορεί να δει τα άδηλα και τα κρύφια της καρδιάς μας και σαν διαπιστώσει την πίστη και την αγάπη μας προς το πρόσωπό του, να είμαστε σίγουροι πως θα ακούσουμε κι εμείς το σωτήριο "Θάρσει τέκνον".
         Μέσα στην καταχνιά που υπάρχει, μέσα στην απελπισία που κυριαρχεί, αποτελεί παρηγοριά μοναδική η Εκκλησία μας, η πηγή της χαράς, της ελπίδας και του αγιασμού. Να θεωρούμε τους εαυτούς μας περισσώς ευνοημένους που μπορούμε να συμμετέχουμε στη ζωή της Εκκλησίας. Να παροτρύνουμε και τους γύρω μας να κάνουν το ίδιο και να παρακαλούμε το Θεό να μας κρατά σταθερούς στην πίστη μας σε αυτόν. Αμήν! 


[1] Μτθ. 9, 2

Δεν υπάρχουν σχόλια: