1/4/16

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΥΣ Γ´ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥΣ (Παρασκευή 01.04.2016)

Γερασίμου Φραγκουλάκη
Αρχιμανδρίτη

Πολλοί είναι εκείνοι που βλέποντας την τραγική κατάσταση του κόσμου σήμερα, αισθάνονται πως ο Θεός είναι μακριά από τον άνθρωπο και δεν ενδιαφέρεται γι' αυτόν. Δεν δείχνει την παραμικρή έννοια για την ζωή του και τα προβλήματά του. Κάποιοι μάλιστα το προχωρούν παραπέρα αναρωτώμενοι αν υπάρχει Θεός ή άλλοι πιο κατηγορηματικά αρνούνται την ύπαρξή του. Αν ψάξουμε βέβαια στην διαδρομή της ζωής των ανθρώπων θα διαπιστώσουμε ότι, συνήθως στις δύσκολες στιγμές φταίει ο Θεός, ενώ όταν είναι καλά τα πράγματα σπάνια τον θυμούμαστε, πολύ δε σπανιότερα τον ευχαριστούμε. Υπάρχει ας πούμε, σοβαρό πρόβλημα υγείας, τότε θυμούμαστε και νηστείες, και εκκλησιασμό, και εξομολόγηση, και αγιασμούς, και ευχέλαια, τότε τα θυμούμαστε όλ' αυτά. Μα σαν περάσει το πρόβλημα ή υπάρξει καλυτέρευση τότε ξεχνιούνται όλα. Οι αντιλήψεις αυτές που αμφιβάλλουν για την ύπαρξη του Θεού έχουν βέβαια ως αποτέλεσμα, να κυριαρχεί πολλές φορές η άποψη που τακτικά γίνεται και πράξη ότι: "εφόσον δεν υπάρχει Θεός, όλα επιτρέπονται".[1]
          Δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αμφισβητηθεί το γεγονός, ότι ο άνθρωπος με την συμπεριφορά του, με την αμαρτωλότητά του συνεχώς απομακρυνόταν από το Θεό διαρρηγνύοντας έτσι την σχέση του με αυτόν. Ιδιαιτέρως πριν από την έλευση του Χριστού, η αμαρτωλότητα του ανθρώπου ήταν και η αιτία της καταδίκης του. Συνεπώς ο άνθρωπος είχε ανάγκη σωτηρίας. Όμως εκ των πραγμάτων υπήρχε διάσταση μεταξύ ανθρώπου και Θεού. Για να γίνει όμως αυτό, έπρεπε να υπάρξει συμφιλίωση. Αίτιος της άσχημης αυτής κατάστασης ήταν ο άνθρωπος. Έπρεπε όμως για την συμφιλίωση κάποιος να κάνει το πρώτο βήμα. Η λογική βεβαίως λέει, ότι εκείνος που έπρεπε να κάνει το πρώτο βήμα ήταν ο υπαίτιος άνθρωπος. Ήταν όμως τόσο βαριά τραυματισμένος, τόσο βαθειά πληγωμένος που τέτοια πιθανότητα δεν υπήρχε. Η μοναδική περίπτωση ήταν να κινηθεί προς την κατεύθυνση αυτή, ο ίδιος ο Θεός. Και ο Θεός ο οποίος με τόση αγάπη είχε δημιουργήσει τον άνθρωπο, βλέποντας την άσχημη κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει και θέλοντας να τον σώσει, το κάνει αυτό με την θέλησή του. Αυτό ακούσαμε προηγουμένος στους Χαιρετισμούς της Παναγίας μας. "Σώσαι θέλων τον κόσμον….προς τούτο αυτεπάγγελτος ήλθε". (Θέλοντας να σώσει τον κόσμο ήρθε γι' αυτό, με την θέλησή του). Προσπάθησε πριν έρθει ο ίδιος, να επιτευχθεί αυτή η συμφιλίωση με τον άνθρωπο στέλνοντας πολλούς μεσίτες και μεσολαβητές. "Πολυμερώς και πολυτρόπως πάλαι ο Θεός λαλήσας τοις πατράσιν εν τοις προφήταις".[2] (Ο Θεός, τα παλιά χρόνια, μίλησε στους προπάτορες πολλές φορές και με ποικίλους τρόπους διά μέσου των προφητών). Οι άνθρωποι όμως δεν τους δέχτηκαν, "ον μεν έδειραν, ον δε απέκτειναν, ον δε ελιθοβόλησαν".[3] (Άλλον τον έδειραν, άλλον τον σκότωσαν κι άλλον τον λιθοβόλησαν). Τους απέρριψαν όλους. Μετά π' όλα αυτά δεν υπήρχε πλέον κανένας να κάνει το πρώτο βήμα συμφιλίωσης. Ο καθένας είχε δίκιο μετά από μια τέτοια κατάσταση να σταματήσει την προσπάθεια συμφιλίωσης. Υπήρχε όμως Ένας, που δεν είναι όπως ο καθένας και πήρε την μεγάλη απόφαση, την σωτήρια για τον άνθρωπο, να κάνει αυτός το πρώτο βήμα. Και αυτός είναι ο Θεός. Πήρε την μεγάλη απόφαση και την πρωτοβουλία από μόνος του. " Αυτεπάγγελτος ήλθε", όταν ήλθε "το πλήρωμα του χρόνου".[4] Ο Θεός έγινε άνθρωπος για να θεωθεί ο άνθρωπος. "Αυτός γαρ ενηνθρώπησεν, ίνα ημείς θεοποιηθώμεν".[5] Δεν καλέσαμε εμείς τον Θεό να ρθει σε μας, αλλά ήρθε ο Θεός και μας κάλεσε να πάμε προς αυτόν.   Συγχώρεσε ο ίδιος τα αμαρτήματά μας, γιατί δεν υπήρχε άλλος τρόπος να συμφιλιωθούμε. Αν ο Θεός ήθελε να ζητήσει ευθύνες για τις αμαρτίες μας, θα ήμασταν όλοι χαμένοι. Παρά το πλήθος και το μέγεθος των ευθυνών μας, ο Θεός όχι μόνο δεν μας τιμώρησε, αλλά και συμφιλιώθηκε μαζί μας. Δεν μας συγχώρεσε μόνο, αλλά και διέγραψε τελείως το χρέος μας.[6]
          Σημαντικό ρόλο στην Θεία Ενανθρώπιση διαδραμάτισε η Παναγία. Η γλυκιά ελπίδα μας, το ασάλευτο στήριγμά μας, η πρόξενος της σωτηρίας μας, η στοργική μητέρα μας. Μια απλή ανάγνωση των Χαιρετισμών της, χωρίς ιδιαίτερη ανάλυση και εμβάθυνση  φτάνει για να κατανοήσουμε το μέγεθος της προσφοράς της στη σωτηρία μας.
          Όλοι μας έχουμε φίλους. Τους έχουμε κυρίως στον καιρό της ευημερίας, τότε που όλα πάνε καλά. Όσο ισχυρότερος είναι κάποιος τόσο περισσότεροι είναι οι άνθρωποι που ενδιαφέρονται να τον πλαισιώσουν και να ενταχθούν στο περιβάλλον του. Σε καιρό όμως που τα πράγματα δεν πάνε καλά και υπάρχουν δυσκολίες, από πολλούς τότε ακούγεται "ουκ οίδα υμάς",[7] (δεν σε γνωρίζω).[8] Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με την Παναγία μας. Είναι μόνιμη συμπαραστάτης μας. Είναι η ελπίδα μας, η χαρά μας, η σωτηρία μας, η γλυκιά μάνα μας. Και τώρα που κοντεύουν οι ώμοι μας να υποχωρήσουν στο βάρος των προβλημάτων που έχουν φορτωθεί. Τώρα που βλέπουμε τα πάντα να γίνονται άνω κάτω. Τώρα που αισθανόμαστε το έδαφος να υποχωρεί κάτω από τα πόδια μας. Τώρα που νιώθουμε αδύναμοι και λαβωμένοι. Τώρα που μείναμε μόνοι και απομονωμένοι. Τώρα που είμαστε προδομένοι και αδικημένοι. Τώρα που στα μάτια όλων φαντάζουμε αδύναμοι και καταφρονημένοι. Τώρα που γίναμε άγνωστοι και υποτιμημένοι. Ας προστρέξουμε στη Χάρη της, ας ζητήσουμε την βοήθειά της. Μάνα μας είναι και θα μας καταλάβει. Η Παναγία μας δεν σταμάτησε ποτέ να ενδιαφέρεται, να αγαπά και να μεσιτεύει για τον άνθρωπο, τον κάθε άνθρωπο. Γένοιτο!  

         






[1] Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου (Κ. Στύλου), Λόγος Ζωής, εκδόσεις Άθως, Αθήνα 2001, σ. 337
[2] Εβρ. 1, 1
[3] Μτθ. 21, 35
[4] Γαλ. 4, 4
[5] Μ. Αθανάσιος, Περί ενανθρωπήσεως του Λόγου 54, PG 25, 192B
[6] Ιερά Μητρόπολις Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας, Ι.Ν.Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Πτολεμαΐδος, Πατερικά Μηνύματα, φ. 115, 21.04.2006, σ.3
[7] Μτθ. 25, 12
[8] Αρχιμανδρίτου Μακαρίου Γρινιεζάκη, Παράκλησις των θλιβομένων, εκδόσεις "Το Παλίμψιστον", Β΄έκδοσις, Θεσσαλονίκη 2002, σ. 115

Δεν υπάρχουν σχόλια: