22/12/10

Πατριαρχική Ἀπόδειξις ἐπί τοῖς Χριστουγέννοις 2010.


Ἀριθμ. Πρωτ. 1338


+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕΩι ΘΕΟΥ
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ – ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ ΕΛΕΟΣ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝ ΒΗΘΛΕΕΜ ΓΕΝΝΗΘΕΝΤΟΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ


Ἀγαπητοὶ ἀδελφοὶ συλλειτουργοὶ καὶ τέκνα ἐν Κυρίῳ εὐλογημένα,

Μέσα εἰς τὴν ἀνὰ τὸν κόσμον ἐπικρατοῦσαν τελευταίως σκοτεινὴν ἀτμόσφαιραν τῆς σοβούσης ποικίλης κρίσεως, οἰκονομικῆς, κοινωνικῆς, ἠθικῆς καί, κυρίως, πνευματικῆς, ἡ ὁποία πολὺν θυμόν, πολλὴν πικρίαν, πολλὴν σύγχυσιν, πολλὴν ἀγωνίαν, πολὺ ἄγχος, πολλὴν ἀπογοήτευσιν καὶ πολὺν φόβον διὰ τὴν αὔριον προξενεῖ εἰς τοὺς ἀνθρώπους, γλυκεῖα ἀκούεται ἡ φωνὴ τῆς Ἐκκλησίας:


«Δεῦτε, πιστοί, ἐπαρθῶμεν ἐνθέως καὶ κατίδωμεν συγκατάβασιν θεϊκὴν ἄνωθεν ἐν Βηθλεὲμ πρὸς ἡμᾶς ἐμφανῶς...»
(Ἰδιόμελον ΣΤ΄ Ὥρας Χριστουγέννων).

Πίστις ἀκλόνητος τῶν Χριστιανῶν εἶναι ὅτι ὁ Θεὸς δὲν παρακολουθεῖ ἀφ’ ὑψηλοῦ καὶ ἀδιαφόρως τὴν πορείαν τοῦ κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσίν Του ὑπὸ τοῦ ἰδίου, αὐτοπροσώπως, πλασθέντος ἀνθρώπου. Τούτου ἕνεκα καὶ ἡ ἐνανθρώπησις τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ καὶ Λόγου Του ἦτο ἀπ’ ἀρχῆς ἡ «εὐδοκία» Του, τὸ πρώτιστον θέλημά Του, ἡ «προαιώνιος βουλή» Του. Νὰ ἀναλάβῃ ὁ Ἴδιος, ἐξ ὑπερβολῆς ἀγάπης, τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν ποὺ ἔπλασε, καὶ νὰ τὴν καταστήσῃ «θείας φύσεως κοινωνόν» (Β΄ Πέτρ. 1: 4). Καὶ τοῦτο, πρὸ τῆς πτώσεως τῶν Πρωτοπλάστων, πρὸ καὶ αὐτῆς τῆς πλάσεώς των! Μετὰ τὴν πτῶσιν τῶν Πρωτοπλάστων, ἡ «προαιώνιος βουλὴ» τῆς Σαρκώσεως περιέλαβε τὸν Σταυρόν, τὸ Ἄχραντον Πάθος, τὸν Ζωοποιὸν Θάνατον, τὴν εἰς Ἅιδου Κάθοδον, τὴν Τριήμερον Ἔγερσιν, ὥστε ἡ παρείσακτος ἁμαρτία, ποὺ ἐδηλητηρίασε τὰ πάντα, καὶ ὁ λαθρεπιβάτης τῆς ζωῆς θάνατος νὰ τεθοῦν τελείως καὶ ὁριστικῶς ἐκποδών, καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀπολαύσῃ ἀκεραίαν τὴν Πατρικὴν κληρονομίαν τῆς αἰωνιότητος.

Ἀλλ’ ἡ θεϊκὴ συγκατάβασις τῶν Χριστουγέννων δὲν περιορίζεται μόνον εἰς τὰ τῆς αἰωνιότητος. Ἀφορᾷ καὶ εἰς τὰ τῆς ἐπὶ γῆς πορείας ἡμῶν. Ὁ Χριστὸς ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον διὰ νὰ εὐαγγελισθῇ τὴν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν καὶ νὰ μᾶς εἰσαγάγῃ εἰς αὐτήν, ἀλλ’ ἦλθεν ἐπίσης εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος τὴν ἀνθρωπίνην ἀσθένειαν. Ἐχόρτασε θαυματουργικῶς κατ’ ἐπανάληψιν τὰ πλήθη τῶν ἀκροατῶν τοῦ λόγου Του, ἐκαθάρισε λεπρούς, ἐστερέωσε παραλύτους, ἐχάρισε τὸ φῶς εἰς τυφλούς, τὴν ἀκοὴν εἰς κωφοὺς καὶ τὴν ὁμιλίαν εἰς ἀλάλους, ἀπήλλαξε δαιμονισμένους ἀπὸ τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα, ἀνέστησε νεκρούς, ὑπεστήριξε τὸ δίκαιον τῶν ἀδικουμένων καὶ λησμονημένων, ἐστηλίτευσε τὸν ἀθέμιτον πλουτισμόν, τὴν πρὸς τοὺς πτωχοὺς ἀσπλαγχνίαν, τὴν ὑποκρισίαν καὶ τὴν «ὕβριν» εἰς τὰς ἀνθρωπίνας σχέσεις, ἔδωκεν ἑαυτὸν ὑπόδειγμα ἐθελουσίου κενωτικῆς χάριν τῶν ἄλλων θυσίας! Ἴσως ἡ διάστασις αὕτη τοῦ μηνύματος τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως πρέπει νὰ προσεχθῇ περισσότερον κατὰ τὰ σημερινὰ Χριστούγεννα. Πολλοὶ συνάνθρωποι καὶ συγχριστιανοὶ δοκιμάζουν φοβερὸν πειρασμὸν ἐκ τῆς σοβούσης κρίσεως. Εἶναι ἀναρίθμητοι αἱ στρατιαὶ τῶν ἀνέργων, τῶν νεοπτώχων, τῶν ἀστέγων, τῶν νέων μὲ τὰ «ψαλιδισμένα ὄνειρα». Ἀλλά, Βηθλεὲμ ἑρμηνεύεται «Οἶκος Ἄρτου»! Χρεωστοῦμεν, λοιπόν, οἱ πιστοὶ εἰς πάντας τοὺς ἐμπεριστάτους ἀδελφοὺς ὄχι μόνον τὸν «Ἐπιούσιον Ἄρτον», δηλαδὴ τὸν Χριστόν, ὁ Ὁποῖος εὑρίσκεται ἐσπαργανωμένος εἰς τὴν πενιχρὰν φάτνην τῆς Βηθλεέμ, ἀλλὰ καὶ τὸν καθημερινὸν ἐπιτραπέζιον ἄρτον τῆς ἐπιβιώσεως, καὶ ὅλα τὰ «ἐπιτήδεια τοῦ σώματος» (Ἰακ. 2: 16). Εἶναι ἡ ὥρα τῆς πρακτικῆς ἐφαρμογῆς τοῦ Εὐαγγελίου, ἐν ὑψηλῷ αἰσθήματι εὐθύνης! Ἡ ὥρα, κατὰ τὴν ὁποίαν ἀκούεται ἐντονώτερος καὶ ἀπαιτητικώτερος ὁ ἀποστολικὸς λόγος: «Δεῖξον μοι τὴν πίστιν σου ἐκ τῶν ἔργων σου» (Ἰακ. 2: 18)! Ὁ καιρός, δηλ. ἡ εὐκαιρία, νὰ «ἐπαρθῶμεν ἐνθέως» εἰς τὸ ὕψος τῆς οἰκειούσης ἡμᾶς μὲ τὸν Θεὸν βασιλικῆς ἀρετῆς τῆς Ἀγάπης.

Ταῦτα ἀπὸ τῆς ἁγίας καὶ μαρτυρικῆς καθέδρας τῆς Ἐκκλησίας τῶν τοῦ Χριστοῦ Πενήτων εὐαγγελιζόμενοι πρὸς τὰ ἀνὰ τὸν κόσμον τέκνα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἐπικαλούμεθα ἐπὶ πάντας τὴν θεϊκὴν συγκατάβασιν, τὸ ἄπειρον ἔλεος, τὴν εἰρήνην καὶ τὴν χάριν τοῦ δι’ ἡμᾶς ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου ἐνανθρωπήσαντος Μονογενοῦς Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, Ὧι ἡ δόξα, τὸ κράτος, ἡ τιμὴ καὶ ἡ προσκύνησις, σὺν Πατρὶ καὶ Πνεύματι, εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Φανάριον, Χριστούγεννα ,βι’
+ Ὁ Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαῖος
Διάπυρος πρὸς Θεὸν εὐχέτης πάντων ὑμῶν




ΜΥΝΗΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ
κ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ


Προς
το Xριστεπώνυμο πλήρωμα
της Iεράς Mητροπόλεως Γερμανίας

«...τον δι᾽ ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν
κατελθόντα
εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου
και
Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα»
(
Σύμβολο Πίστεως)

Αγαπητοί μου Χριστιανοι Ορθόδοξοι της Γερμανίας!
Ήδη από την παιδική μας ηλικία, από τότε που δειλά-δειλά αρχίζουμε να κατανοούμε τον κόσμο γύρω μας, το νιώθουμε πως η σημερινή μέρα είναι ξεχωριστή. Η θεία Λειτουργία των Χριστουγέννων έχει μια ιδιαίτερη ομορφιά και γι᾽ αυτό συμμετέχουμε σ᾽ αυτήν όλοι· όχι μόνο όσοι διατηρούμε στενό σύνδεσμο με την Εκκλησία μας, αλλά κι όσοι έχουμε επιλέξει μια τυπική σχέση μ᾽ αυτήν, που μας κάνει να θεωρούμε αρκετή την παρουσία μας στην εκκλησιαστική κοινότητα δύο ή τρεις φορές τον χρόνο.
Τολμώ να πω, λοιπόν, πως όλοι μας, τουλάχιστον διαισθανόμαστε τη μοναδικότητα της γέννησης του Χριστού. Στεκόμαστε με δέος μπροστά στον Υιό του Θεού, που για τη δική μας σωτηρία κατεβαίνει από τους ουρανούς και παίρνει σάρκα και οστά από την Παναγία και γίνεται άνθρωπος. Μας συγκλονίζει η ανεπανάληπτη αυτή πρωτοβουλία του Θεού, η οποία μας σώζει αληθινά, ακριβώς διότι είναι κίνηση αγάπης, που στόχο της έχει να μας επανενώσει με την πηγή της αγάπης, την Αγία Τριάδα.
Δέος, θαυμασμός και συγκλονισμός είναι λέξεις, οι οποίες εκφράζουν άριστα τον τρόπο που προσεγγίζουμε το μοναδικό μυστήριο της ενανθρώπησης: να γίνεται ο Θεός άνθρωπος για να ανυψωθεί ο ταλαίπωρος άνθρωπος σε Θεό κατά χάρη. Κι όμως! Θαρρώ πως, ίσως, θα θέλαμε πολλές φορές να κατανοήσουμε το μυστήριο τούτο περισσότερο με τη λογική μας. Θα επιθυμούσαμε να το αναλύσουμε, να το επεξεργαστούμε και να το οικειοποιηθούμε εγκεφαλικά. Είναι όμως δυνατό κάτι τέτοιο; Κι αν ναι, σε τί θα μας ωφελούσε;
Σε ποιά καλούπια χωράει, άραγε, η αγάπη; Ποιός ορισμός της δεν θα ήταν ταυτόχρονα κι ένας τραγικός περιορισμός της στα ασφυκτικά όρια του περιορισμένου με ημερομηνία λήξης νου μας; Αυτή δεν είναι τελικά η ομορφιά της αγάπης, ότι, χωρίς να καταργεί τη λογική, την ξεπερνάει κι ανοίγει τα σύνορα της φθαρτότητάς μας στο αδέσμευτο κι ατελεύτητο της παρουσίας του Θεού;
Η αγάπη είναι ποιότητα συνάμα ερμηνευτή κι ανερμήνευτη. Το βλέπουμε στην ιερή εικόνα κάθε βρέφους που αναπαύεται ασφαλές στην αγκαλιά της μητρικής αγάπης. Αυτή τη σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και χαράς, ποιά μηχανήματα θα την καταγράψουν χωρίς να την τραυματίσουν; Σ᾽ αυτήν την αναλογία κινούμαστε και στην πραγματικότητα της κοινωνίας του Θεού με τον άνθρωπο, που ζούμε λατρευτικά μέσα στην Εκκλησία μας. Διότι η πίστη δεν είναι τίποτε άλλο από εμπιστοσύνη· σιγουριά γι᾽ αυτά που ελπίζουμε και βεβαιότητα γι᾽ αυτά που δε βλέπουμε. Πίστη είναι να γέρνουμε πρόθυμα στην πατρική αγκαλιά του Χριστού, με την εμπιστοσύνη πως μόνο αυτή δίνει ασφαλές νόημα στο παρόν μας και δυναμική προοπτική στο μέλλον μας, πέρα από αδυναμίες, λάθη, αρρώστιες κι από τον θάνατο τον ίδιο.
Τη συγκλονιστική τούτη ώρα, όπου Χριστός γεννάται εν Βηθλεέμ τη πόλει, σας καλώ να ανανεώνουμε διαρκώς την εμπιστοσύνη μας στην αγάπη του Θεού και με χαρούμενη καρδιά να μη χάνουμε ευκαιρία ν᾽ αναπαυόμαστε σ᾽ αυτήν την ομορφιά, που μόνη αυτή και καμμιά άλλη σώζει, πραγματικά, τον κόσμο!

Βόννη, Χριστούγεννα 2010

Ο
Μητροπολίτης σας

ο Γερμανίας Αυγουστίνος




Δεν υπάρχουν σχόλια: