29/11/10

Η ΘΡΟΝΙΚΗ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ ΣΤΗΝ ΕΝΟΡΙΑ ΜΑΣ

Την Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010, με την ευκαιρία της  εορτής του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου, Θρονική Εορτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στον Ιερό Ναό "Τριών Ιεραρχών" Αννοβέρου, ώρα 15:30, τελέσθηκε Δοξολογία παρουσία του Εντιμοτάτου Γενικού Προξένου της Ελλάδος, κ. Δημητρίου Ιωάννου,  επιστημόνων και άλλων ενοριτών. Μετά τη Δοξολογία ακολούθησε διάλεξη, με θέμα: "Το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως" από τον Δρ. Φιλολογίας κ. Φοίβο Χατζημιχαήλ, καθηγητή του Ελληνικού Λυκείου Αννοβέρου.
Στη συνέχεια η Ενορία δεξιώθηκε τους παρισταμένους, στην αίθουσα του Ενοριακού Κέντρου.
Ο κ. Χατζημιχαήλ Φοίβος επί του βήματος.

Η Διάλεξη με θέμα
ΤΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ
«Μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ὑμῖν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ὧν ἀναθεωροῦντες τὴν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν πίστιν» (Προς Εβρ. 13, 7) μας προτρέπει ο Απόστολος των εθνών Παύλος και θεσπίζει την υποχρέωσή μας να τιμούμε και να σεβόμαστε τους πνευματικούς μας πατέρες, από τους οποίους διδαχτήκαμε την αληθινή πίστη. Επιπλέον επιφορτίζει τους λαούς και τα έθνη με το ιερό χρέος, χρέος ζωτικό για την ίδια την ύπαρξη και την υπόστασή τους, να αποδίδουν την πρέπουσα τιμή σε αυτά τα πρόσωπα αλλά και σε αυτούς τους θεσμούς που τους στήριξαν και τους διέσωσαν σε καιρούς δύσκολους.
Η προτροπή αυτή του Αποστόλου Παύλου οδήγησε τις αρχαίες εκκλησίες που έχουν μία ξεχωριστή θέση μέσα στο σύνολο του σώματος της Εκκλησίας, τα λεγόμενα πρεσβυγενή Πατριαρχεία, τα οποία έχουν κάποιον από τους Αγίους Αποστόλους του Χριστού ως ιδρυτές και ενδεχομένως πρώτους επισκόπους τους, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας τον Απόστολο Μάρκο, το Πατριαρχείο Αντιοχείας τον Απόστολο Πέτρο, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων τον Απόστολο Ιάκωβο τον Αδελφόθεο και το Πρωτόθρονο Οικουμενικό Πατριαρχείο τον Πρωτόκλητο μαθητή του Χριστού Απόστολο Ανδρέα, να τους αναγορεύσουν σε προστάτες τους και να καθιερώσουν «θρονικές εορτές» την ημέρα που τιμάται η μνήμη τους, για να τους αποδίδουν ιδιαίτερες τιμές.
Με την ευκαιρία λοιπόν της εορτής της μνήμης του ιδρυτού της Εκκλησίας του Βυζαντίου Αποστόλου Ανδρέα, της θρονικής εορτής του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, του Οικουμενικού Πατριαρχείου, συγκεντρωθήκαμε σήμερα για να τιμήσουμε τον προστάτη μας άγιο, αλλά και για να δηλώσουμε την αφοσίωσή μας και την εμπιστοσύνη μας στο σεπτό κέντρο της Ορθοδοξίας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ή η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία είναι ένα από τα αρχαιότερα κέντρα της χριστιανικής εκκλησίας. Ιδρύθηκε το 38 μ.Χ. ως «Επισκοπή Βυζαντίου» στην αρχαία πόλη του Βυζαντίου από τον Απόστολο Ανδρέα, ο οποίος τοποθέτησε ως πρώτο επίσκοπο τον Στάχυ. Έως την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης ακολούθησαν εικοσιτέσσερις επίσκοποι με τελευταίο τον άγιο Μητροφάνη. Η μεταφορά της πρωτεύουσας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την Παλαιά Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη, τη Νέα Ρώμη, στην περιοχή του Βυζαντίου το 330 από τον Μέγα Κωνσταντίνο άνοιξε μια νέα μεγάλη και λαμπρή σελίδα. Η Πόλη από το μεγαλείο της θέσης της ως «βασιλίδος των πόλεων» και πρωτεύουσας της Βυζαντινής αυτοκρατορίας κατέστη μια ιδιαίτερα σημαντική αξία του χριστιανικού κόσμου. Η μικρή επισκοπή του Βυζαντίου γίνεται πλέον διαδοχικά Αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως, Πατριαρχείο, Οικουμενικός Θρόνος, Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία.
Η δεύτερη Οικουμενική Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη το 381 μ.Χ. (Κανών Γ') αναγνώρισε την έδρα της Κωνσταντινουπόλεως ως Πατριαρχείο και της έδωσε τη δεύτερη θέση στα πρεσβεία, ενώ η τέταρτη Οικουμενική Σύνοδος της Χαλκηδόνας το 451 μ.Χ. (Κανών ΚΗ') την κατέστησε ως πρωτόθρονη εκκλησία της ανατολής και της έδωσε τα πρωτεία και ίσα πρεσβεία με την έδρα της Ρώμης. Πρώτος ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης ο Νηστευτής χρησιμοποίησε το έτος 595 τον όρο «Οικουμενικός Πατριάρχης» και ονομάτισε την έδρα του ως «Οικουμενικό Θρόνο», γεγονός που προκάλεσε αντεγκλήσεις και ανταλλαγή επιστολών με τον Πατριάρχη Ρώμης. Ο χαρακτηρισμός αυτός εξέφραζε την οικουμενικότητα της ευθύνης και της διακονίας του «Πρώτου Θρόνου» της  Ορθόδοξης  Εκκλησίας και Μητέρας των κατά τόπους  Εκκλησιών, γι’ αυτό και ανέλαβε ακόμη περισσότερες εκκλησιαστικές και πνευματικές ευθύνες σε πανορθόδοξο επίπεδο. Κατά τη διάρκεια της πρώτης περιόδου του Πατριαρχείου η δικαιοδοσία του αυξήθηκε βαθμιαία, αποδείχτηκε μέσα στο διάβα των αιώνων το στήριγμα της αληθινής πίστης, ο εγγυητής της ενότητας της Εκκλησίας και καθιερώθηκε και στη συνείδηση των ορθοδόξων ως η μητέρα εκκλησία, ως το οικουμενικό, το παγκόσμιο δηλαδή, κέντρο της Ορθοδοξίας.
Πώς ήταν δυνατόν να μην ακολουθήσει αυτή την πορεία, να μην κερδίσει αυτή την ευρεία αναγνώριση, όταν το υπηρέτησαν από τη θέση του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως πατέρες της εκκλησίας, τεράστιες προσωπικότητες, κολοσσοί της πίστεως; Αναμφίβολα η ακτινοβολία και η εξέχουσα θέση της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως οφείλουν πολλά στα πρόσωπα που κόσμησαν αυτόν τον πατριαρχικό θρόνο και του έδωσαν την μεγάλη αυτή πνευματική αίγλη με την άγια ζωή και δράση τους. Πρόσωπα που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην προάσπιση και οριοθέτηση της μόνης αληθινής πίστεως που αγιάζει, που θεραπεύει, που σώζει.
Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος παρείχε ανεκτίμητη υπηρεσία στη Χριστιανική Εκκλησία ενάντια στην πρώτη μεγάλη αίρεση, τον Αρειανισμό. Ο λαός της Κωνσταντινούπολης, που είχε στο σύνολό του σχεδόν δεχτεί τις θέσεις του Αρείου, επέστρεψε στην αληθινή πίστη χάρη στην βαθειά και ανυποχώρητη θεολογική οξυδέρκεια του Γρηγορίου. Διαδραμάτισε επίσης βασικό ρόλο στην υιοθέτηση από την Εκκλησία του δόγματος της πλήρους θεότητας του Αγίου Πνεύματος και της ομοουσιότητάς του με τον Πατέρα και τον Υιό.
Σημαντική υπήρξε και η πατριαρχεία του Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Με το ασκητικό ήθος που απέκτησε ως μοναχός στην Αντιόχεια άσκησε δριμύ έλεγχο ενάντια στους αιρετικούς και στηλίτευσε τον προκλητικό βίο των ευγενών στην πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας. Δε δίστασε ακόμα να συγκρουστεί και με τη βασιλική εξουσία, όταν αυτό χρειάστηκε. Η θεία Λειτουργία που φέρει το όνομά του είναι η Λειτουργία που συνήθως τελείται από όλους τους ορθόδοξους λαούς ανά τον κόσμο.
Ο Πατριάρχης Φώτιος υπήρξε ο εμπνευστής, ο εμψυχωτής και ο διοργανωτής της Ιεραποστολής στους Σλάβους και της διάδοσης του θησαυρού της χριστιανικής πίστεως μέσω των Αγίων Ισαποστόλων Θεσσαλονικέων αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου. Όλοι οι ομόδοξοι σλαβικοί λαοί δεν πρέπει να ξεχνούν ότι, αν βρίσκονται σήμερα μέσα στην ορθόδοξη χριστιανική πίστη, το χρωστούν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και στον μεγάλο αυτό και σοφό  Πατριάρχη, ο οποίος επιβεβαίωσε την αποστολική διάσταση του Πατριαρχείου.
Με την αδιάκοπη διακονία, την ανύστακτη φροντίδα του Οικουμενικού θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως και Μητέρας  Εκκλησίας των κατά τόπους  Ορθοδόξων  Εκκλησιών, η συνοδική συνείδηση της  Εκκλησίας εφαρμόστηκε πιο ολοκληρωμένα και διατυπώθηκε το δόγμα της πίστεως μας πριν από το μεγάλο σχίσμα με τη Ρωμαιοκαθολική  Εκκλησία το 1054 μ.Χ. Σε απάντηση στην ανάγκη για συμφωνία στις δογματικές πεποιθήσεις και λόγω των αυξανόμενων διαφορών σε θέματα εκκλησιαστικής διοίκησης και λειτουργικής πρακτικής, συγκλήθηκαν οι επτά Οικουμενικές Σύνοδοι. Αξιοποιήθηκε πιο συστηματικά ο πλούτος της πατερικής παραδόσεως για τη διαμόρφωση της θείας λατρείας, της ασκητικής εμπειρίας και της ορθόδοξης πνευματικότητας, προκειμένου να εξουδετερωθούν οι κατά καιρούς και κατά τόπους αναφυόμενες αιρέσεις. Έτσι διαμορφώθηκε το κριτήριο της πατερικής και της κανονικής παραδόσεως και διαφυλάχθηκε ο γνήσια ορθόδοξος εκκλησιαστικός βίος. Η προσκόλληση και η απαρέγκλιτη αφοσίωση του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και των άλλων Πατριαρχών της Ανατολής στις αποφάσεις των Συνόδων έχουν δώσει στην Ορθόδοξη Εκκλησία το προσωνύμιο «Εκκλησία των επτά Οικουμενικών Συνόδων».
Αλλά και στη σύγχρονη ιστορία του το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης διατηρεί τον οικουμενικό του χαρακτήρα. Όταν τον 19ο αιώνα ο εθνοφυλετισμός που οδήγησε στη δημιουργία ανεξάρτητων εθνικών κρατών στο χώρο της Βαλκανικής, κυρίως, έθιξε βασικές αρχές της κανονικής παράδοσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας, δεν κατέστη δυνατό να θιγούν η εξαιρετική θέση, αλλά και η αποστολή του Οικουμενικού Θρόνου στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Η παραχώρηση του Αυτοκεφάλου στις τοπικές Εκκλησίες, στην Εκκλησία της Ελλάδος (1850), στην Εκκλησία της Σερβίας (1879), στην Εκκλησία της Ρουμανίας (1885), στην Εκκλησία της Αλβανίας (1937) και στην Εκκλησία της Βουλγαρίας (1945), αλλά και η απόδοση της Πατριαρχικής περιωπής και αξίας στις Σλαβικές Ορθόδοξες Εκκλησίες διαμόρφωσαν ένα πλαίσιο κανονικότητας της ενότητας όλων των Ορθοδόξων στην πίστη και την τάξη.
Το πρωτείο του Οικουμενικού Πατριάρχου, ο οποίος είναι ο πνευματικός ηγέτης των απανταχού Ορθοδόξων, και η διεθνής αποστολή του αναγνωρίζονται και στην Συνθήκη της Λοζάνης (10 Ιανουαρίου 1923), όπου ο ίδιος ο επικεφαλής της τουρκικής αντιπροσωπείας τον αποκαλεί “ηγέτη της ορθόδοξης ελληνικής εκκλησίας”. Οι όποιες προσπάθειες έγιναν κατά καιρούς να αμφισβητηθεί ο οικουμενικός χαρακτήρας του Πατριαρχείου και να θεωρηθεί θεσμός, του οποίου ο επικεφαλής λογίζεται μόνον ως θρησκευτικός ηγέτης των Ορθοδόξων της Τουρκίας, δεν βρήκαν διεθνή ανταπόκριση.
Νεότερα, καθοριστικής σημασίας, γεγονότα επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τον διεθνή χαρακτήρα του θεσμού του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπως διαμορφώνεται μέσω της «Οικουμενικής διαστάσεως της αποστολής του». Ενδεικτικά αναφέρουμε ορισμένα από αυτά:
α) Τις σε επίπεδο «Αρχηγού Κράτους» τιμές που αποδόθηκαν στον μακαριστό Πατριάρχη Δημήτριο, όταν είχε επισκεφθεί τις ΗΠΑ, τιμές που του επεφύλαξε και απέδωσε προσωπικά ο τότε πρόεδρος Τζορτζ Μπους, ο οποίος οδήγησε τον Πατριάρχη στο προεδρικό βήμα με το έμβλημα του προέδρου των ΗΠΑ από όπου εκφώνησε τον ευχαριστήριο λόγο του.
β) Αντίστοιχες τιμές επανέλαβε ο «Λευκός Οίκος» και προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, στον οποίο έγινε επίσημη υποδοχή στη μεγάλη αίθουσα τελετών του Κογκρέσου (σπάνια εξαίρεση και για αρχηγό κράτους), όπου και μίλησε.
γ) Την επίσημη υποδοχή του Πατριάρχη στον ΟΗΕ από τον Γενικό Γραμματέα Kofi Annan.
δ) Την επίσημη πρόσκληση από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κ. Egon Klepsch προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο να μιλήσει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το βήμα του οποίου παραχωρείται μόνο σε αρχηγούς κρατών. Απολαμβάνει δηλαδή ο Οικουμενικός Πατριάρχης την ίδια διεθνή αναγνώριση, με εκείνη που απολαμβάνουν ο Πάπας, ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών και οι αρχηγοί κρατών.
ε) Ιδιαίτερης σημασίας σε ό,τι αφορά την αναγνώριση της διεθνούς οντότητας του θεσμού του Οικουμενικού Πατριαρχείου αποτελεί το έγγραφο το οποίο απηύθυνε στις 24 Ιουνίου 1994 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη, και του ζητούσε να εγκαταστήσει μόνιμη αντιπροσωπεία στις Βρυξέλλες. Η ενέργεια αυτή αποτελεί σημαντική αναβάθμιση του ρόλου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στον ευρωπαϊκό χώρο.
Όμως πέρα από αυτά τα γεγονότα, η ίδια η δράση του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως αποτελεί τον πιο αδιάψευστο μάρτυρα του οικουμενικού, του παγκόσμιου ρόλου του. Ιδρύοντας Μητροπόλεις, κτίζοντας ναούς του Θεού, διακηρύσσοντας παγκοσμίως το Λόγο του Θεού, το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν πράττει άλλο παρά να ορθώνει, όπως ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος έχει διδάξει, «κάστρα οχυρά δυνάμενα να αντισταθούν εις τας προσβολάς της αντιθέτου μανίας». Σήμερα, οι επαρχίες του Οικουμενικού Θρόνου, στις οποίες αναγνωρίζεται η άσκηση αρμοδιοτήτων του Οικουμενικού Πατριάρχη, βρίσκονται σε όλα τα σημεία της υφηλίου: HΠΑ, Αυστραλία, Μ. Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Αυστρία, Σουηδία, Βέλγιο, Ελβετία, Ιταλία και πιο πρόσφατα Καναδά, Αργεντινή, Παναμά και Χονγκ Κονγκ. Κατά τους κανόνες η δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου εκτείνεται σε κάθε ορθόδοξο, ο οποίος βρίσκεται εκτός των ορίων των υπολοίπων Ορθοδόξων Πατριαρχείων και Αυτοκέφαλων και Αυτόνομων Εκκλησιών. Διατηρεί σχέσεις «αδελφικές» με τα άλλα Πατριαρχεία και τις Αυτοκέφαλες και Αυτόνομες Εκκλησίες, χωρίς επεμβάσεις στα εσωτερικά ζητήματα τους, με γνώμονα την κοινή πίστη και την κανονική παράδοση της Ορθοδοξίας, αλλά και την κοινωνία της αγάπης και των μυστηρίων.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι ένα από τα πιο ενεργά κέντρα της σύγχρονης οικουμενικής κίνησης. Από το 1902 πήρε την πρωτοβουλία πρόσκλησης όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών προκειμένου να υιοθετήσουν ενιαία στάση στην πιθανότητα επανέναρξης του διαλόγου με τους άλλους χριστιανικούς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένης της Εκκλησίας της Ρώμης, της Αγγλικανικής, της Ευαγγελικής Εκκλησίας και άλλων προτεσταντικών ομολογιών. Αυτή η τοποθέτηση κατέληξε στην ιστορική Εγκύκλιο του 1920 που εστάλη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο σε όλες τις Χριστιανικές Εκκλησίες και καλούσε τους ηγέτες τους να καθιερώσουν στενότερη συνεργασία. Σκοπός αυτής της εγκυκλίου ήταν να προωθηθεί ο στόχος της ενότητας των Εκκλησιών. Οι ενέργειες αυτές οδήγησαν αργότερα στη δημιουργία του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών το 1948. Τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί στην Κωνσταντινούπολη τρεις συνάξεις των Προκαθημένων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών (1992, 2000, 2008), όπου τονίστηκε και πάλι το προνόμιο της διακονίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην ενότητα και στην τάξη, ενώ ήδη προετοιμάζεται Μεγάλη Σύνοδος των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Η συνεννόηση των Ορθοδόξων Εκκλησιών κατέστησε δυνατό το διάλογο με τις άλλες χριστιανικές εκκλησίες και την διαφαινόμενη προσέγγιση με αυτές. Με τα παρακάτω λόγια ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος σκιαγραφεί την πορεία του διαλόγου: «Εμείς πρωτοστατούμε σε αυτό που ονομάζεται ‘‘οικουμενικό κίνημα’’… προάγομε τον διάλογο, αν και το χάσμα είναι μεγάλο … ο δρόμος είναι μακρύς, αλλά δεν πρέπει να αποθαρρυνόμεθα, αλλά να προσπαθούμε και να συμβάλλομε στη γεφύρωση του χάσματος»
Ενδεχομένως κάποιοι παρακολουθούμε με σκεπτικισμό την προσέγγιση με τη Ρωμαιοκαθολική και την Ευαγγελική Εκκλησία και δεν συμμεριζόμαστε τον άκριτο ενθουσιασμό ορισμένων. Όμως, όπως λέει ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος « ερηνικ διευθέτησις τν φισταμένων διαφορν ες τς διαχριστιανικς σχέσεις οδόλως συνεπάγεται πομάκρυνσιν κ τς ληθείας. λήθεια δν φοβεται τν διάλογον, λλ’ ντιθέτως, χρησιμοποιε ατν ς μέσον, δι ν γίν ποδεκτ κα π’ κείνων, ο ποοι δι διαφόρους λόγους φίστανται ατς». Είναι φρόνιμο, θεωρώ, επομένως να εμπιστευθούμε τον αυθεντία του Πατριαρχείου, του  αρμοδιότερου φορέα να υπερασπιστεί την Ορθοδοξία, όπως το έπραξε τόσους αιώνες.
Τέλος, δεν πρέπει να λησμονείται, η σημαντική πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριάρχη σε ό,τι αφορά την διεθνή προστασία του περιβάλλοντος. Έχει επιδοθεί σε συγκεκριμένες κινήσεις ευαισθητοποίησης της παγκόσμιας κοινότητας για τα συσσωρευμένα και ιδιαίτερα ανησυχητικά περιβαλλοντικά προβλήματα: Καθιέρωση της 1ης Σεπτεμβρίου ως ημέρας προσευχής για το περιβάλλον, διοργάνωση οικολογικών συνεδρίων, κοινή διακήρυξη του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β΄ και του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου (Ρώμη – Βενετία, 10 Ιουνίου 2002), πλήθος μηνυμάτων προς διεθνείς οργανισμούς και οργανώσεις κυβερνητικές ή μη με θέμα την προστασία του περιβάλλοντος. Για τη δράση του αυτή έχει αποσπάσει την καθολική αναγνώριση από την παγκόσμια κοινότητα ως «Πράσινος Πατριάρχης».
Ο άγιος Απόστολος Ανδρέας είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως (τότε Βυζαντίου), ενώ ο σημερινός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, είναι ο 270ος στη σειρά διαδοχής. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο παραμένει ένα ιερό σύμβολο της Ορθοδοξίας και του Γένους, αλλά η οικουμενική παρουσία του δεν είναι καθόλου συμβολική. Παραμένει τόσο δυναμική και ενεργός, όσο δυναμική και ενεργός παραμένει η σύγχρονη μαρτυρία της Ορθοδοξίας για την αξιοπιστία ολόκληρου του χριστιανικού κόσμου. Κάτω από αντίξοες συνθήκες συνεχίζει και σήμερα με βαθειά συναίσθηση ευθύνης και με απαράμιλλο ενδιαφέρον και ζήλο την υψηλή του αποστολή και το Διορθόδοξο και Διαχριστιανικό του έργο για την ενότητα της Ορθοδοξίας και των Χριστιανικών Εκκλησιών. Άρα το πρωτείο του είναι «πρωτείο διακονίας και προσφοράς και ποτέ εξουσίας» πάνω στις άλλες Εκκλησίες. Η ευθύνη του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Προκαθημένου του, του «Μωϋσή», που καθοδηγεί την Ορθοδοξία, όπως εύστοχα τον αποκάλεσε ο Μητροπολίτης μας κ. Αυγουστίνος, είναι διακονία και προσφορά και θυσία για τον χριστιανό άνθρωπο, για τον κάθε άνθρωπο, για την Ορθοδοξία όλη, για τον Χριστιανισμό, για όλο τον κόσμο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: