22/2/15

Η Επιστολή Πολυκάρπου προς Φιλιππησίους




ΠΡΟΛΟΓΟΣ

https://gerontes.files.wordpress.com/2011/02/the-martyrdom-of-st-polycarp.jpg?w=780         Η αξία των Επιστολών στην οργάνωση της πρώτης Εκκλησίας υπήρξε και μεγάλη και σημαντική. Θα μπορούσαμε να πούμε, ότι αποτελούσαν κατά κάποιο τρόπο, ένα είδος Θρησκευτικού Διαλόγου. Μέσα από τις επιστολές καθοριζόταν ο τρόπος λειτουργίας της κάθε Εκκλησίας, αλλά και δίνονταν συμβουλές και λύσεις στα προβλήματα που προέκυπταν.
         Η πρώτη επιστολή η οποία παραδίδεται στο Μωυσή, πάνω στο όρος Σινά είναι οι εγχάρακτες πλάκες των Δέκα Εντολών, οι οποίες παραδίδονται από τον ίδιο το Θεό.
         Στην Καινή Διαθήκη υπάρχουν 21 επιστολές. Δεν είναι γνωστό πώς συγκεντρώθηκαν τόσες επιστολές και συμπεριλήφθηκαν στον κανόνα της  Καινής Διαθήκης, είναι όμως γνωστό  ότι από πολύ νωρίς εμφανίστηκε ως φαινόμενο στο Χριστιανισμό.
         Ο όρος «επιστολή» προέρχεται από το ρήμα «επιστέλλειν» που συναντάται πρώτα στον ιστορικό Ηρόδοτο, «ἐπέστειλε ἐς Σάμον». (Ιστορίαι 3.40.1.). Επιστολή είναι εκείνο που μεταφέρεται από τον αγγελιοφόρο.
         Ο όρος «επιστολή» έχει την έννοια της μεταφοράς ενός γραφτού μηνύματος για την επικοινωνία προσώπων τα οποία βρίσκονται μακριά. Υπ’ αυτή την έννοια απαντάται ο όρος στην Καινή  Διαθήκη, η οποία όμως περιέχει περισσότερες φορές τον όρο «γράμματα» ο οποίος είναι πιο σύγχρονος και αντικαθιστά τον όρο «επιστολή».
         Στη Βιβλική ορολογία  το «γράμμα» χρησιμοποιείται με ειδική έννοια, αποτελεί δηλαδή ένα στοιχείο του αλφαβήτου, ενώ στον πληθυντικό «γράμματα» έχει αποκλειστικά την έννοια της επιστολής.
         Στη μετάφραση των Ο΄ είναι περισσότερο συνηθισμένος ο όρος «επιστολή» παρά ο όρος «γράμματα».[1]
         Σήμερα στο χώρο της Εκκλησίας οι Επιστολές έχουν αντικατασταθεί από τα Ποιμαντορικά Μηνύματα και τις Συνοδικές και Μητροπολιτικές Εγκυκλίους. Ως δε προς το νόημά τους δεν απέχει και πολύ των πρώτων επιστολών.
         Επιστολές έγραψαν και οι Αποστολικοί Πατέρες. Με μία από αυτές, την «προς Φιλιππησίους Επιστολή» του Πολυκάρπου θα ασχοληθούμε στη συνέχεια, στα πλαίσια εργασίας στην Πατρολογία, του Μεταπτυχιακού Θεολογικού Τμήματος, του Πανεπιστημίου Νεάπολις-Πάφου.

   

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

1. Οι Αποστολικοί Πατέρες

         Με τον όρο «Αποστολικοί Πατέρες» εννοούμε εκείνους τους συγγραφείς του 2ου αιώνα μ. Χ. που τα συγγράμματά τους, σαφώς θεολογικού περιεχομένου, αποτελούν τη συνέχεια των συγγραφέων των βιβλίων της Καινής Διαθήκης. Οι άνδρες αυτοί ονομάσθηκαν Αποστολικοί Πατέρες, σε αντίθεση με το γενικό όρο «Πατέρες της Εκκλησίας» και είναι οι συγγραφείς των δύο πρώτων αιώνων μαζί με τους λεγόμενους «Απολογητές».
Ο όρος «Αποστολικοί Πατέρες» αν και επικράτησε είναι προβληματικός. Αυτό οφείλεται στο ότι οι φερόμενοι ως Αποστολικοί Πατέρες ούτε γνώρισαν όλοι τους Αποστόλους, ούτε φρόνημα αποστολικό είχαν και συγκαταλέγονται ως δικά τους, έργα επωνύμων και ανωνύμων συγγραφέων. Αποστολικοί Πατέρες στην κυριολεξία υπήρξαν μόνο ο Κλήμης Ρώμης, ο Ιγνάτιος Αντιοχείας και ο Πολύκαρπος Σμύρνης, οι οποίοι υπήρξαν μαθητές, διάδοχοι και συνεχιστές του έργου των Αποστόλων. Και οι τρεις  έφεραν τον τίτλο «προφήτης» ο οποίος εναλλάσσονταν με τον τίτλο «απόστολος».[2]
         Παρόλ’ αυτά η συμβολή τους για το Χριστιανισμό και την Εκκλησία είναι μεγάλη, γιατί μας πληροφορούν για την οργάνωση της πρώτης Εκκλησίας και τις βασικές κατευθύνσεις της Αποστολικής Παράδοσης συνδέοντας με αυτό τον τρόπο το δεύτερο με τον πρώτο αιώνα.  
         Η δράση των Αποστολικών Πατέρων εμφανίζεται από τα τέλη του 1ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 2ου. Είχαν ως στόχο εκτός από το να εκφράσουν το ήθος και τον ενθουσιασμό  της νεανικής Εκκλησίας, να διαφυλαχθεί η πίστη από τις νοθεύσεις και παραχαράξεις.
         Οι Αποστολικοί Πατέρες χρησιμοποιούν αρκετά την Αγία Γραφή. Ως κατεξοχήν Αγία Γραφή θεωρείται η Παλαιά Διαθήκη, διότι δεν υπάρχει ακόμη κάποιος κανόνας για την Καινή.

2. Τα συγγράμματά τους

         Παρότι τα κείμενα των Αποστολικών Πατέρων γράφονται περιστασιακά, μας παραδίδουν σημαντικές ειδήσεις σχετικά με τη ζωή και τη δράση της Εκκλησίας ερμηνεύοντας και διαφυλάσσοντας ταυτοχρόνως ζωντανό το πνεύμα της αποστολικής παράδοσης. Χωρίς τα κείμενα των Αποστολικών Πατέρων η Εκκλησία και γενικώς η επιστήμη της Θεολογίας, δεν θα γνώριζαν βασικά θεολογικά θέματα που έχουν σχέση με την τριαδολογία, τη χριστολογία, τη σωτηριολογία και την εκκλησιολογία εκείνης της εποχής.[3]
         Απαραίτητο να σημειωθεί εδώ, ότι οι Πατέρες δεν είναι θεόπνευστοι με την ειδική έννοια του όρου. Δεν μας αποκαλύπτουν καινούργιες θείες αλήθειες. Ό, τι ειπώθηκε στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη αυτό αποτελεί μόνο αποκάλυψη. Δεν έχουμε αποκάλυψη μετά τους Αποστόλους.
         Οι Πατέρες κατά τον Άγιο Επιφάνιο «ως λαβόντες Πνεύμα Άγιο έμαθον τα βαθέα του Θεού», δηλ. έχοντας οι Πατέρες την εμπειρία της ζωής της Εκκλησίας μπόρεσαν να ερμηνεύσουν με το σωστό τρόπο την αποκεκαλυμμένη στην Εκκλησία θεία Αλήθεια. Γι’ αυτό υπάρχει σε πολλά θέματα σύμπτωση ερμηνείας των θείων Αληθειών.[4]
         Η 5η και η 6η Οικουμενική Σύνοδος λέει ότι οι Πατέρες είναι θεόπνευστοι και τα κείμενά τους θεοπαράδοτα.  
         Οι Αποστολικοί Πατέρες διαφυλάσσουν επίσης  και την κοινωνική διάσταση της Εκκλησίας. Μέσα από τα συγγράμματά τους φαίνεται η φροντίδα τους για τους αδυνάτους, τα παιδιά, τις γυναίκες, τα ορφανά και τους δούλους.
         Από τα συγγράμματα των Αποστολικών Πατέρων το πρώτο που διασώζεται είναι η «Πρώτη προς Κορινθίους Επιστολή» του Κλήμεντα Ρώμης. Από τη Ρώμη προέρχεται και ο «Ποιμένας» του Ερμά.
         Αργότερα (1883) από τον Μητροπολίτη Νικομηδείας Φιλόθεο Βρυέννιο έγινε γνωστή η «Διδαχή των 12 Αποστόλων».
         Από τον Ιγνάτιο Αντιοχείας έχουμε επτά επιστολές, των οποίων πρώτος μάρτυρας είναι ένας άλλος μεγάλος Αποστολικός Πατέρας, ο Πολύκαρπος Σμύρνης.
         Ο Πολύκαρπος σύμφωνα με τον μαθητή του Ειρηναίο  έγραψε πολλές επιστολές σε διάφορες Εκκλησίες, σώθηκε όμως μόνο μία, η προς Φιλιππησίους.[5]
         Με την «Προς Φιλιππησίους Επιστολή» του Πολυκάρπου Σμύρνης, η οποία αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσης εργασίας θα ασχοληθούμε στη συνέχεια εκτενέστερα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΣΜΥΡΝΗΣ

1. Ο βίος του

         Ο Πολύκαρπος γεννήθηκε πιθανότατα το τρίτο τέταρτο του πρώτου αιώνα (80[6] ή 82[7] μ. Χ.) στη Σμύρνη. Από την δήλωσή του κατά το μαρτύριο του, «ογδοήκοντα και εξ έτη δουλεύω αυτώ (εννοεί τον Χριστό)» δεν μπορούμε να βγάλουμε ασφαλές συμπέρασμα, γιατί δεν είναι ξεκάθαρο αν τα 86 έτη αναφέρονται από την γέννησή του ή από τη βάπτισή του με πιθανότερο το δεύτερο. Υπήρξε εξέχουσα φυσιογνωμία της Εκκλησίας της Μικράς Ασίας κατά το πρώτο ήμισυ του Β΄ αιώνα, σε μια εποχή που στους κόλπους της Εκκλησίας είχαν εμφανισθεί διδάσκαλοι που εξέφραζαν αμφίβολη και όχι γνήσια αποστολική παράδοση.
         Ο Πολύκαρπος ήταν αποστολικός άνδρας, με την έννοια ότι γνώρισε Αποστόλους. Σύμφωνα με πληροφορίες του μαθητή του Ειρηναίου ο Πολύκαρπος  μαθήτευσε στον Απόστολο Ιωάννη και χειροτονήθηκε από τους ίδιους τους Αποστόλους επίσκοπος Σμύρνης. Δεν είναι γνωστό αν ο Ιωάννης εννοεί τον Πολύκαρπο ως άγγελο της Σμύρνης, τον οποίο μάλιστα επαινεί. (Απκ. 2, 8-11). Σημαντική επίσης είναι η πληροφορία που παρέχεται από τον Τερτυλλιανό ότι τοποθετήθηκε επίσκοπος στην Εκκλησία της Σμύρνης από τον Απόστολο Ιωάννη, «Smyrnaeorum ecclesia Polycarpum ab Johanne collocatum refert».[8]
         Ο Άγιος Ιγνάτιος κατευθυνόμενος προς το μαρτύριο του ευρισκόμενος στη Σμύρνη γύρω στο 113 μ. Χ., γνώρισε τον Πολύκαρπο. Από την Τρωάδα ο Άγιος Ιγνάτιος στέλνει δύο επιστολές, μία προς Σμυρναίους και μία προσωπική προς τον Πολύκαρπο. Στην πρώτη επιστολή ο Άγιος Ιγνάτιος χαρακτηρίζει τον Πολύκαρπο «αξιόθεον»  και στη δεύτερη «θεοπρεπέστατον».[9]
         Ο Πολύκαρπος ανέπτυξε πλούσια δράση εναντίων των αιρετικών και επέστρεψε πολλούς από τις αιρέσεις του Ουαλεντίνου και του Μαρκίωνος[10] στην «Εκκλησία του Θεού».
         Αναφέρεται ότι κάποτε συναντήθηκε με τον αιρετικό Μαρκίωνα ο οποίος τον παρακάλεσε να τον αναγνωρίσει.
-  Επιγίνωσκε ημάς, του είπε ο Μαρκίων.
- Επιγινώσκω, επιγινώσκω σε τον πρωτότοκον του Σατανά, απάντησε ο Πολύκαρπος.[11]
         Γύρω στα 155 μ. Χ. ο Πολύκαρπος ταξίδεψε στη Ρώμη, όπου με τον Πάπα Ανίκητο είχε συζήτηση για τον καθορισμό της ημερομηνίας εορτασμού του Πάσχα. Την εποχή αυτή το Πάσχα γιορταζόταν από τις Εκκλησίες της Μ. Ασίας στις 14 του Νισάν, μαζί δηλαδή με το Εβραϊκό Πάσχα, όποια μέρα κι αν συνέπιπτε, ενώ στη Δύση κάθε Κυριακή. Κατά τη συνάντηση αυτή το θέμα δεν διευθετήθηκε και αφού συλλειτούργησαν αποχωρίστηκαν ειρηνικά.[12]
Ο Ειρηναίος περιγράφει με λεπτομέρειες τα συμβάντα για να δείξει το πνεύμα κατανόησης που επικρατούσε μεταξύ των Εκκλησιών. «Ούτε γαρ ο Ανίκητος τον Πολύκαρπον πείσαι εδύνατο μη τηρείν, άτε μετά Ιωάννου του μαθητού του Κυρίου ημών και των λοιπών αποστόλων οις συνδιέτριψεν αεί τετηρηκότα, ούτε μην ο Πολύκαρπος τον Ανίκητον έπεισε τηρείν, λέγοντα την συνήθειαν των προς αυτού πρεσβυτέρων οφείλειν κατέχειν. Και τούτων ούτως εχόντων, εκοινώνησαν εαυτοίς και εν τη εκκλησία παρεχώρησεν ο Ανίκητος την ευχαριστίαν τω Πολυκάρπω, κατ’ εντροπήν δηλονότι, και μετ’ ειρήνης απ’ αλλήλων απηλλάγησαν, πάσης της εκκλησίας ειρήνην εχόντων, και των τηρούντων και των μη τηρούντων». (Ειρηναίου, Προς Βίκτωρα, εν Ευσεβίω, Εκκλ. Ιστορία 5, 24, 15).[13]
Αξιοσημείωτο από την περιγραφή αυτή είναι το γεγονός ότι ο Πάπας Ανίκητος παραχώρησε το δικαίωμα στον Πολύκαρπο να έχει το προβάδισμα στην τέλεση της Θείας Ευχαριστίας.
Ο Πολύκαρπος ως γνήσιος εκπρόσωπος της αποστολικής διδασκαλίας επηρέασε την πορεία της Χριστιανικής Εκκλησίας της Μ. Ασίας επί μία εξηκονταετία. Ο Ιερώνυμος τον παρουσίαζε ως «Totius Asiae Princeps», ηγέτη όλης της Ασίας.[14]
         Μετά την επιστροφή του από τη Ρώμη ο Πολύκαρπος, αν και υπέργηρος, συνέχισε τη δράση του με τόση επιτυχία που προκάλεσε τη μήνι των εθνικών, οι οποίοι σύμφωνα με το μαρτυρολόγιό του έλεγαν, «ούτος εστίν ο της Ασίας διδάσκαλος, ο πατήρ των χριστιανών, ο των ημετέρων θεών καθαιρέτης, ο πολλούς διδάσκων μη θύειν μηδέν προσκυνείν» (Μαρτύριον Πολυκάρπου 12.2).
Η πορεία του μαρτυρίου του έχει ως εξής: Ο Κόιντος ένας ζηλωτής Χριστιανός από την Φρυγία επισκέφθηκε τη Σμύρνη και παρακίνησε μια ομάδα Φιλαδελφέων Χριστιανών να πάνε στον ανθύπατο και να του ανακοινώσουν την πίστη τους. Τελικά μαρτύρησαν δέκα, ενώ ο ίδιος ο Κόιντος δείλιασε και θυσίασε στα είδωλα. Το πλήθος παρόλο που θαύμασε τη γενναιότητα των μαρτύρων απαίτησε να αναζητηθεί ο Πολύκαρπος, ο οποίος κάτω από τις πιέσεις των γύρω του είχε μεταβεί σε ένα αγρόκτημα, όπου τον βρήκε η περίπολος να προσεύχεται. Οδηγήθηκε στον ανθύπατο ενώπιον του οποίου καταδικάστηκε στον διά πυρός θάνατο.[15]
         Ο Πολύκαρπος προσευχόμενος τοποθετήθηκε μέσα στη φωτιά, όπως όμως αναφέρει το μαρτύριό του, «το πυρ καμάρας είδος ποιήσαν…κύκλω παριετείχισε το σώμα του μάρτυρος…Τέλος, ιδόντες οι άνομοι μη δνυνάμενον αυτού το σώμα υπό πυρός δαπανηθήναι, εκέλευσαν προσελθόντα αυτώ κομφέκτορα παραβύσαι ξιφίδιον. Και τούτο ποιήσαντος, εξήλθε περί σώρακα πλήθος αίματος, ώστε κατασβέσαι το πυρ…».
         Το μαρτύριο του Πολυκάρπου συνέβη Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 156 μ. Χ. ανθυπατεύοντος  Στατίου Κοδράτου.[16]
         Η Ανατολική Εκκλησία τιμά τη μνήμη του 23 Φεβρουρίου, ενώ η Δυτική την 26 Ιανουαρίου.

2. Η προς Φιλιππησίους Επιστολή του Πολυκάρπου

         Υπάρχουν μαρτυρίες ότι ο Πολύκαρπος είχε γράψει γύρω στις δέκα επιστολές τις οποίες απηύθυνε στις διάφορες Εκκλησίες της Μ. Ασίας κατόπιν παρακλήσεως του Αγίου Ιγνατίου Επισκόπου Αντιοχείας, που στην Επιστολή του προς τον Πολύκαρπο τον προτρέπει να γράψει «ταις έμπροσθεν εκκλησίαις», εννοώντας τις Εκκλησίες που βρισκόντουσαν μεταξύ Σμύρνης και να τις συμβουλεύσει μετά την εσπευσμένη αναχώρησή του από την Τρωάδα.[17]
         Από τις Επιστολές του Πολυκάρπου διασώζεται μόνο η προς Φιλιππησίους, την οποία αναφέρει ο μαθητής του Ειρηναίος χαρακτηρίζοντάς την «ως ικανωτάτην», ακολουθούν ο Άγιος Ιερώνυμος ο οποίος την θεωρεί «ως πάνυ ωφέλιμον» και ο Μ. Φώτιος ως «γέμουσαν πολλής νουθεσίας μετά σαφηνείας και απλότητος». Στην Επιστολή γίνεται πλούσια χρήση της Καινής Διαθήκης και κυρίως των Επιστολών του Παύλου και της Α΄ Πέτρου. Επίσης υπάρχουν αναφορές και στην Παλαιά Διαθήκη με τρόπο όμως ελεύθερο.
         Η Επιστολή του Αγίου Πολυκάρπου είναι σ’ εμάς γνωστή από Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά χειρόγραφα. Έχει χαρακτήρα πρακτικό-συμβουλευτικό και μέσα απ’ αυτήν φαίνεται η πίστη του συντάκτη της. Θίγει ελάχιστα θεολογικά θέματα της εποχής και αναφέρεται κυρίως στην πραγματικότητα της ενσαρκώσεως του Κυρίου, αλλά αυτό φαίνεται να τον απασχολεί λιγότερο από άλλα ζητήματα. Εντούτοις παρουσιάζει ορισμένα προβλήματα ως προς την γνησιότητά της. Συγκεκριμένα, ενώ στο κεφ. 9 αναφέρεται στο μαρτύριο του Ιγνατίου και των συντρόφων του και λέει ότι ήδη «εις τον οφειλόμενον αυτοίς τόπον εισί παρά Κυρίω», που σημαίνει ότι είχαν μαρτυρήσει, στο κεφ. 13 ζητά πληροφορίες για την τύχη τους.
         Το φιλολογικό πρόβλημα της Επιστολής που παρουσιάζει εμφανή αντίθεση προσπάθησε να λύσει με μια ευλογοφανή υπόθεση το 1936 o P. Harrisson. Από το κείμενο της Επιστολής χώρισε το κεφ. 13 το οποίο θεώρησε  γράμμα-σημείωμα ή μέρος της Επιστολής με το οποίο ο Πολύκαρπος συνόδευε τις Επιστολές τού Ιγνατίου που έστειλε στους Φιλιππησίους. Το υπόλοιπο κείμενο αποτελεί δεύτερη Επιστολή που τοποθετείται μεταξύ 135 και 137 μ. Χ. Η δεύτερη αυτή Επιστολή χάθηκε και άγνωστο πώς αποσπάσματα της συμπεριλήφθησαν στην πρώτη.[18]
Η προς Φιλιππησίους Επιστολή αποτελείται από 14 κεφάλαια και το περιεχόμενο της είναι το παρακάτω:
·        Χαιρετισμός
·        Κεφ. 1. Έπαινος των Φιλιππησίων για την πίστη τους και τη θερμή υποδοχή που επιφύλαξαν  στον Άγιο Ιγνάτιο και τους δεσμίους συνοδούς του.
·        Κεφ. 2-4. Η ορθή διαγωγή, σύμφωνα με τις εντολές του Κυρίου και τις παραινέσεις του Παύλου.
·        Κεφ. 5-6. Καθορισμός των ειδικών καθηκόντων, που αφορούν τους συζύγους, τις γυναίκες, τους νέους, τις παρθένες, τους διακόνους και τους πρεσβυτέρους.
·        Κεφ. 7-8. Ομολογία της ένσαρκης ελεύσεως του Χριστού.
·        Κεφ. 9-10. Τα πάθη του Ιγνατίου και των συνοδών του ως και του Παύλου και του Κυρίου προβάλλονται ως παράδειγμα.
·        Κεφ.11. Η περίπτωση της φιλαργυρίας του πρεσβυτέρου Φιλίππων Ουάλεντα και της συζύγου του.
·        Κεφ. 12. Ευχές για τους παραλήπτες και ευχές των παραληπτών για τον αποστολέα και για όλους.
·        Κεφ. 13. Ικανοποίηση του αιτήματος των Φιλιππησίων για την αποστολή σ’ αυτούς αντιγράφων των επιστολών του.
·        Κεφ. 14. Έπαινος του κομιστή Κρήσκεντα και τελικές ευχές.[19] 
Μιμούμενος ο Πολύκαρπος τον τύπο των Επιστολών του Αποστόλου Παύλου ξεκινάει με προοίμιο λιτό και σύντομο «Πολύκαρπος και οι συν αυτώ πρεσβύτεροι τη Εκκλησία του Θεού…».
         Η γνήσια συμπεριφορά των Φιλιππησίων, οι οποίοι περιέβαλλαν με αγάπη τον Ιγνάτιο και τους ακολούθους του όταν βρέθηκαν στους Φιλίππους καθ’ οδόν προς την Ρώμη, επαινείται από τον Πολύκαρπο. Η γνησιότητα της πίστης των Φιλιππησίων χαρακτηρίζεται από τον Πολύκαρπο ως αληθινή αγάπη προς το Χριστό και συνδέεται κυρίως με την Ανάσταση του, στην οποία κάνει αναφορά χρησιμοποιώντας Αγιογραφικά κείμενα κυρίως από την Καινή Διαθήκη.
         Επισταμένη είναι η αναφορά του και σε θέματα που αφορούν τις γυναίκες-συζύγους, την ανατροφή των τέκνων, τις χήρες, τους διακόνους, τους νεωτέρους και τους πρεσβυτέρους. 
     Παρότι γνωρίζουμε από τον Ιγνάτιο τον επισκοπικό βαθμό του Πολυκάρπου «Ιγνάτιος…Πολυκάρπω επισκόπω Εκκλησίας Σμυρναίων»,[20] εκείνος αυτοπαρουσιάζεται ως Πολύκαρπος και πουθενά στην Επιστολή του δεν αναφέρει τον όρο «επίσκοπος», αντιθέτως εμμένει στη χρήση του όρου «πρεσβύτερος». Βέβαια στην παραπάνω φράση διακρίνεται ο Πολύκαρπος από τους υπολοίπους πρεσβυτέρους, γεγονός που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ήταν ο επίσκοπος της τοπικής Εκκλησίας, που περιβάλλεται από τους «συν αυτώ πρεσβυτέρους».
 Η σημασία της Επιστολής έγκειται στο γεγονός ότι μέσα από αυτήν αντλούνται πληροφορίες σχετικά με το πολίτευμα της Εκκλησίας, όχι μόνο όσον αφορά στη δομή του ιερατείου των τοπικών Εκκλησιών, αλλά ακόμα και για εκείνα τα στελέχη της τα οποία περιοδεύουν. Συγκεκριμένα στο κεφάλαιο 6, στίχο 26 και 27 προτρέπει τους πρεσβυτέρους να εργάζονται σύμφωνα με τις εντολές του Κυρίου, όπως τους τις παρέδωσαν οι Απόστολοι και οι Προφήτες. Ο όρος «απόστολος» εδώ δηλώνει τους δώδεκα Αποστόλους και ο όρος «προφήτης» τους διαδόχους και συνεχιστές του έργου των Αποστόλων.[21] Οι Προφήτες ενώ είχαν την δική τους περιοχή είχαν και υπερόριες εξουσίες.
Οι συστάσεις που δίδονται στην Επιστολή προς τους «διακόνους» και τους πρεσβυτέρους είναι ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος. Όσον αφορά στο θεσμό του διακόνου, η είδηση είναι ότι αυτός δεν υπηρετεί πλέον «τράπεζαις», αλλά είναι υπηρέτης στο έργο της Εκκλησίας, γι’ αυτό ο Πολύκαρπος προτρέπει τους νέους, να υποτάσσονται «…και τοις διακόνοις ως Θεώ και Χριστώ». (5.14). Στις προτροπές προς τους πρεσβυτέρους δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στην πρόνοια των χηρών, ορφανών και πενήτων. Τους υπογραμμίζει να απέχουν από τα εξής τρία πράγματα: α) των «σκανδάλων», β) «των ψευδαδέλφων», γ) «των εν υποκρίσει φερόντων το όνομα του Κυρίου».
Αξιοσημείωτο επίσης, είναι το γεγονός  ότι ο Πολύκαρπος απευθυνόμενος στους Φιλιππησίους, αναφέρεται μόνο σε διακόνους και πρεσβυτέρους ενώ καμιά αναφορά δεν γίνεται αναφορά σε επίσκοπο. Δύο εκδοχές υπάρχουν γι’ αυτό. Η πρώτη είναι ότι δεν έχει ακόμα επικρατήσει στους Φιλιππησίους ο θεσμός του επισκόπου και η δεύτερη , ότι ο θρόνος της Εκκλησίας των Φιλλίππων είναι κενός λόγω έκπτωσης του επισκόπου. Αυτή η εκδοχή ενισχύεται και από το γεγονός ότι ο Πολύκαρπος στο κεφάλαιο 11 αναφέρεται στην περίπτωση του Ουάλεντος ο οποίος υπήρξε κάποτε «πρεσβύτερος» των Φιλιππησίων και μη έχοντας επίγνωση της θέσης του εξέπεσε λόγω της φιλαργυρίας του. Δεν αποκλείεται ο Ουάλης, ο οποίος έφερε τον τίτλο «πρεσβύτερος», κάτι που συνηθιζόταν τότε, να ήταν ο τοπικός επίσκοπος.[22]
Έμφαση δίδει στη συνέχεια στον κίνδυνο των αιρέσεων και ιδιαιτέρως σε αυτούς που απορρίπτουν την ανθρώπινη φύση του Κυρίου.
Συνεχίζοντας και με αφορμή την περίπτωση του Ουάλεντα, που αναφέρεται πιο πάνω, δίδει συμβουλές για το βαρύ ελάττωμα της φιλαργυρίας και προτρέπει τους Φιλιππησίους να αντιμετωπίζουν με νηφαλιότητα τους παρεκτραπέντες.
Την Επιστολή του ο Πολύκαρπος την κλείνει με συστάσεις ιδιαίτερα προς το πρόσωπο του Κρήσκεντος, τον οποίο μάλλον προβάλλει ως υποψήφιο επίσκοπο των Φιλιππησίων.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Ο Άγιος Πολύκαρπος είναι μία μορφή από τις σπουδαιότερες της αρχαίας Εκκλησίας. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους Αποστολικούς Πατέρες.
Άκουσε το κήρυγμα των Αποστόλων και ιδίως του Ευαγγελιστή Ιωάννη με τον οποίο γνωρίστηκε. Μεγάλες και σπουδαίες ήταν και οι υπόλοιπες γνωριμίες του, όπως αυτή με τον Άγιο Ιγνάτιο το Θεοφόρο.
Υπήρξε μαχητής και διδάσκαλος. Γι’ αυτό καταδιώχτηκε από τους αιρετικούς και τους ειδωλολάτρες και υπέστη το μαρτύριο της πυράς.
Από την προς Φιλιππησίους Επιστολή φαίνεται ότι τον Πολύκαρπο τον απασχολούσε το θέμα της διαγωγής των Χριστιανών της εποχής του.
Η Επιστολή αυτή σχετίζεται στενά με τις Επιστολές και το Μαρτύριο του Αγίου Ιγνατίου.
Ο Πολύκαρπος προσπαθεί να μιμηθεί στο κείμενό του τον Ιγνάτιο, χωρίς όμως να κατορθώνει να δώσει τον παλμό εκείνου. Πράγματι η Επιστολή δεν τον εκπροσωπεί γνήσια.
Περισσότερο ο Πολύκαρπος έχει σπουδαιότητα ως η προσωπικότητα εκείνη η οποία καθόριζε την πορεία της Χριστιανικής Εκκλησίας στη Δυτική Μ. Ασία παρά ως συγγραφέας αυτής της Επιστολής ή οποιουδήποτε άλλου κειμένου.
Μέσα από την Επιστολή αυτή παρέχονται πληροφορίες σχετικά με το πολίτευμα της Εκκλησίας.
Από το μαρτύριο του Πολυκάρπου επιβεβαιώνεται η εγκατάσταση των περιοδευόντων Προφητών σε κατά τόπους Εκκλησίες. Έτσι λοιπόν ο Πολύκαρπος εκτός από επίσκοπος Σμύρνης, ονομάζεται και διδάσκαλος  Ασίας.
Αν και δεν αναφέρεται ο όρος επίσκοπος στην Επιστολή υπονοείται και στην θέση του μπαίνει το όνομα εντούτοις φαίνεται ξεκάθαρα, ότι η διαίρεση του ιερατείου είναι τριμερής: επίσκοπος (ή όνομα επισκόπου)-πρεσβύτερος-διάκονος.
Μεγάλο μέρος της Επιστολής έχει καθαρά Χριστολογικό χαρακτήρα και γίνεται έντονη αναφορά στην Ενανθρώπηση και στην Ανάσταση του Κυρίου. Με σχετικές αναφορές και απαγορευτικές συστάσεις που υπάρχουν, γίνεται αντιληπτή η ύπαρξη αιρετικών και μάλιστα των Δοκητών ή Γνωστικών.
Πληροφορίες καταγράφονται σχετικά με τις διάφορες τάξεις ή ομάδες που υπάρχουν μέσα στην Εκκλησία (σύζυγοι, τέκνα, παρθένες, νέοι, χήρες) και συμβουλεύει και παροτρύνει «…αξίως της εντολής αυτού (του Θεού) και δόξης περιπατείν». (5. 1)
Με ελάχιστες αναφορές στην Παλαιά Διαθήκη, χρησιμοποιεί μόνο τέσσερα χωρία, και πάρα πολλές στην Καινή, ο Πολύκαρπος δείχνει ότι έχει γνώση των Επιστολών του Παύλου.


                                                                   
ΠΗΓΕΣ-ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ

1.     Βασιλείου Σ. Ψευτόγκα, Στοιχεία Εκκλησιαστικής Γραμματολογίας με Ανθολόγιο Πατερικών Έργων, Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη Α.Ε., Θεσσαλονίκη 1994
2.     Διαδίκτυο 
3.     Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τ. 10, Αθήναι 1969
4.     Ιακώβου (Γεωργίου) Πηλίλη, Επισκόπου Κατάνης, Η Αγία Γραφή, Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας, Αθήναι 1992
5.     Νίκου Ι. Νικολαΐδη, Αποστολικοί Πατέρες, Γραμματολογική και Θεολογική Προσέγγιση, Εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2009
6.     Νίκου Ι. Νικολαΐδη, Θέματα Πατερικής Θεολογίας, Εκδόσεις «Μέλισσα», Θεσσαλονίκη 2009
7.     Π. Β. Πάσχου, Έρως Ορθοδοξίας, Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας, Αθήναι 1987
8.     Παναγιώτου Κ. Χρήστου, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, Πατέρες και Θεολόγοι του Χριστιανισμού, τ. Α΄, Δευτέρα έκδοσις, Θεσσαλονίκη 2005
9.     Στυλιανού Γ. Παπαδόπουλου, Καθηγητού, Πατρολογία, τ. Α΄, Έκδοση Β΄, Αθήνα 1982


[1] Ιακώβου (Γεωργίου) Πηλίλη, επισκόπου Κατάνης, Η Αγία Γραφή, Αποστολική Διακονία, Αθήναι 1992, σ. 578-580.
[2] Νίκου Ι. Νικολαΐδη, Αποστολικοί Πατέρες, Εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2009, σ.11
[3] Ό. π., σ. 15
[4] Νίκου Ι. Νικολαΐδη, Θέματα Πατερικής Θεολογίας, Εκδόσεις «Μέλισσα», Θεσσαλονίκη 2009, σ. 65-67
[5] Παναγιώτου Κ. Χρήστου, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, τ. Α΄, Δευτέρα έκδοσις, Εκδοτικός Οίκος Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2005, σ. 30, 31, 55
[6]Νίκου Ι. Νικολαΐδη, ό. π.,σ. 294
[7] Παναγιώτου Κ. Χρήστου, ό.π., σ. 55
[8] Μεγάλη Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, σ.526
[9] Νίκου Ι. Νικολαΐδη, ό. π.,σ. 293
[10] Και οι δύο κήρυτταν την αίρεση του Γνωστικισμού.
[11] Παναγιώτου Κ. Χρήστου, ό. π., σ. 55
[12] Βασιλείου Σ. Ψευτόγκα, Στοιχεία Εκκλησιαστικής Γραμματολογίας με Ανθολόγιο Πατερικών Έργων, Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη α. ε., Θεσσαλονίκη 1994, σ. 190
[13] Μεγάλη Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, σ. 528
[14] Παναγιώτου Κ. Χρήστου, ό. π., σ. 55
[15] Μεγάλη Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, σ. 528
[16] Νίκου Ι. Νικολαΐδη, ό. π.,σ. 296-297
[17] Ό. π., σ.297
[18] Μεγάλη Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, σ. 530
[19] Βασιλείου Σ. Ψευτόγκα, ό. π., σ.190-191
[20] Ιγνάτιος, Πρὸς Πολύκαρπον, [Προοίμιον], ΒΕΠΕΣ 2, 282, σ. 33-35
[21] Βασίλειος Δ. Τζέρπος, Το πολίτευμα της Εκκλησίας βάσει των επιστολών των αγίων Ιγνατίου Αντιοχείας και Πολυκάρπου Σμύρνης, www.pemptousia.gr, ημερομ. εισόδου 20.07.2014
[22] Νίκου Ι. Νικολαΐδη, ό. π.,σ. 306-307 






Δεν υπάρχουν σχόλια: