28/6/15

ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Δ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (28.06.2015)

Αν θυμηθούμε αγαπητοί μου αδελφοί, την περίπτωση της Χαναναίας που και αυτή ζητά την θεραπεία της κόρης της[1] θα διαπιστώσουμε μια αδιάφορη έως και περιφρονητική αντιμετώπιση. Αυτό όλο γίνεται για να φανερωθεί η στέρεα πίστη της και η μεγάλη ταπείνωσή της. Αντιθέτως στη σημερινή ευαγγελική περικοπή βλέπουμε ότι ο εκατόνταρχος δεν προλαβαίνει καλά-καλά να παρακαλέσει για τον υπηρέτη του το Χριστό και εισακούεται. Μεροληπτεί επομένως ο Κύριος με αυτή τη συμπεριφορά του; Μακριά από εμάς τέτοια βλασφημία. Ο εκατόνταρχος πριν καν παρακαλέσει, μιλά με λόγια που αποδεικνύουν την υψηλή πίστη του και την τέλεια ευλάβειά του προς το Χριστό.[2] Αναγνωρίζει ότι αυτός, ο Χριστός, είναι ο Κύριος, ο Εξουσιαστής, εκείνος που κρατάει στα χέρια του τη ζωή και το θάνατο, την υγεία και την ασθένεια. Και πιστεύει πως αρκεί ένας λόγος του μόνο για να γίνει ο υπηρέτης του καλά.
          Μπροστά σε αυτή τη μεγάλη του πίστη και ο ίδιος ο Χριστός στέκεται με θαυμασμό, "αμήν λέγω υμίν, ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον",[3] ( Ε, λοιπόν, λέει ο Κύριος, ούτε στους Ισραηλίτες, δεν βρήκα τόση πίστη). Την πίστη αυτή την υπαγόρευσε στον εκατόνταρχο η συναίσθηση που είχε, με ποιον μιλά.
          Όταν κανείς συνειδητοποιεί μπροστά σε ποιον βρίσκεται κάθε φορά, ρυθμίζει ανάλογα και τον τρόπο που θα μιλήσει, πως θα εμφανιστεί και γενικώς πώς θα προσαρμόσει τη συμπεριφορά του. Διαφωνεί κανείς με αυτό; Φαντάζομαι κανένας. Γι' αυτό θα πρέπει να ελεγχόμαστε τώρα, για την απρεπή συμπεριφορά μας πολλές φορές μέσα στο ναό. Τελείται ακολουθία, γίνεται η Θεία Λειτουργία κι εμείς κάποιες στιγμές συζητάμε μεταξύ μας, αδιαφορώντας αν ενοχλούμε το διπλανό μας, μα προ πάντων χωρίς να σκεφτόμαστε ότι με αυτό τον τρόπο ασεβούμε απέναντι στον ίδιο το Θεό. 
          Ο εκατόνταρχος λοιπόν, είχε συναίσθηση ότι απευθύνεται στον Εξουσιαστή του κόσμου, στον Κύριο, όπως τον αποκαλεί.  Αποτέλεσμα αυτής του της πίστεως ήταν να ακούσει από το στόμα του Χριστού "εγώ ελθών θεραπεύσω αυτόν".[4]
          Πόσο μεγάλη ταπείνωση είχε αλήθεια αυτός ο αξιωματικός, ο οποίος ως ειδωλολάτρης δεν είχε ανατραφεί και δεν είχε ζυμωθεί με τις παραδόσεις και τη διδασκαλία της πίστης στον ένα Θεό. Είχε εξουσία, ήταν σημαίνον πρόσωπο της κοινωνίας, όπως θα λέγαμε. Και όμως˙ δεν θεωρεί τον εαυτό του άξιο της παρουσίας του Κυρίου στο σπίτι του, " Κύριε, ουκ ειμί ικανός ίνα μου υπό την στέγην εισέλθης"[5], (Κύριε δεν είμαι άξιος για να έλθεις στο σπίτι μου), "αλλά μόνον ειπέ λόγω, και ιαθήσεται ο παις μου"[6] (Πες μόνο ένα λόγο και θα γίνει καλά ο δούλος μου). Φτάνει μόνο ο θεϊκός λόγος για να γίνει το θαύμα. Αυτός ο Λόγος τα πάντα "είπε και εγεννήθησαν". Είναι ο Λόγος του Θεού που λέει και γίνονται όσα λέει, γιατί κανένα εμπόδιο δεν μπορεί να ορθωθεί μπροστά του. Είναι ο Λόγος του Θεού που δημιουργεί, που συντηρεί τα σύμπαντα, που θαυματουργεί. Είναι ο Λόγος του Θεού που εκφράζεται ως τέλεια αγάπη για τον άνθρωπο. Ό, τι κάνει ο Θεός για τον άνθρωπο το κάνει κινούμενος από αγάπη.  Έτσι λοιπόν, θα πουν κάποιοι˙ ό, τι κάνει ο Θεός το κάνει από αγάπη; Η αγάπη του Θεού είναι αυτή που κάνει τους πολέμους; Η αγάπη του Θεού είναι που σκορπά τη δυστυχία, τον πόνο, τα δάκρυα, τον άδικο θάνατο; Λογικοφανείς οι ερωτήσεις αυτές. Δεν έχουν όμως ισχυρό θεμέλιο, ή μάλλον δεν έχουν καθόλου θεμέλιο. Όπου συμβαίνουν όλα αυτά αγαπητοί μου αδελφοί, συμβαίνουν ακριβώς, επειδή εκεί ο Θεός είναι απών! Τόσο απλή είναι η απάντηση σε όλα αυτά τα ερωτήματα. Και είναι απών ο Θεός, επειδή ο άνθρωπος τον διώχνει.    Είναι πολλές οι περιπτώσεις εκείνες που ο άνθρωπος μέσα στην αφροσύνη του προσπαθεί να πείσει πρωτίστως τον εαυτό του και γι'  αυτό φωνάζει προς κάθε κατεύθυνση, ότι δεν υπάρχει Θεός! "Είπεν άφρων εν τη καρδία αυτού, ουκ έστι Θεός".[7] Και εφόσον δεν υπάρχει Θεός είναι επιτρεπτά όλα. Ό, τι δεν είναι του Θεού είναι κακό, πονηρό, επιβλαβές.
          Ο Θεός είναι ο Δημιουργός του καλού, του αγαθού, του άγιου. Ο Χριστός είναι ο Κύριος, ο παντοδύναμος, ο πάνσοφος και πανάγαθος Θεός. Αυτό πίστευε ο εκατόνταρχος του σημερινού Ευαγγελίου. Γι' αυτό και στο αίτημά του, ο Χριστός ανταποκρίνεται. "Ύπαγε, και ως επίστευσας γενηθήτω σοι".[8] (Πήγαινε, του λέει, κι ας γίνει αυτό που πίστεψες). Να, το μυστικό Χριστιανοί μου ποιο είναι. Πιστεύεις στο Χριστό; Δείξε αυτή την πίστη σου με την αγάπη σου, με το ενδιαφέρον σου προς τον πλησίον σου, με τη ζωή σου ολάκερη. Ας σταματήσουμε κάποια στιγμή να είμαστε άνθρωποι των λόγων. Από λόγια χορτάσαμε όλοι. Τα έργα μας λείπουν.
          Διέγνωσε την πίστη του εκατόνταρχου ο Χριστός. Μια πίστη η οποία συνοδευόταν από έργο. Ποιο ήταν το έργο της πίστεως του εκατοντάρχου; Η αγάπη και η συμπόνια στο συνάνθρωπο. Πηγαίνει να παρακαλέσει το Χριστό να θεραπεύσει το δούλο του. Και γνωρίζουμε όλοι πόσο απαξιωμένη ήταν η ζωή των δούλων την εποχή εκείνη.
          Η αγάπη προς τον πάσχοντα συνάνθρωπο ήταν η επιβεβαίωση της πίστης του εκατοντάρχου.
          Αγαπητοί μου αδελφοί, ο Ιησούς Χριστός είναι ίδιος και σήμερα. Θεραπεύει και σήμερα τις ψυχικές και σωματικές αρρώστιες με τη μεγαλόδωρη Χάρη του, αρκεί να υπάρχει πίστη ζωντανή, θερμή, πίστη που να εκφράζεται όχι με λόγια, αλλά με έργα. Η πίστη είναι η κινητήριος δύναμη του ανθρώπου!
          Ο Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης σε λόγο του για την κοσμική λογική αναφέρει: "Στην εποχή μας, που έχουν αυξηθεί οι γνώσεις, δυστυχώς η εμπιστοσύνη μόνο στη λογική κλόνισε την πίστη από τα θεμέλια και γέμισε τις ψυχές από ερωτηματικά και αμφιβολίες. Γι' αυτό στερούμαστε τα θαύματα, γιατί το θαύμα ζήται και δεν εξηγείται από την λογική. Αντίθετα, η πίστη στον Θεό τραβάει την θεϊκή δύναμη κάτω και αναποδογυρίζει όλα τα ανθρώπινα συμπεράσματα. Όλα τα πράγματα της πνευματικής ζωής εξωτερικά φαίνονται ανάποδα. Αν δεν αναποδογυρίσει κανείς το κοσμικό του φρόνημα, να γίνει πνευματικός άνθρωπος, είναι αδύνατον να γνωρίσει τα μυστήρια του Θεού, που μας φαίνονται παράδοξα".[9] 
          Πόσο ωραία τελικά αδελφοί μου, είναι η εικόνα του πιστού! Πόσο θαυμαστή είναι η χάρη της! Γοητεύει το κάλλος της, ενώ το ύφος της εκφράζει την εμπιστοσύνη που έχει ο πιστός στο Θεό. Ο πιστός έχει γαλήνιο πρόσωπο, γιατί έχει ήσυχη τη συνείδησή του, γιατί η καρδιά του και η διάνοιά του είναι αφοσιωμένες στο Θεό. Ενώ ο άπιστος είναι ο πιο δυστυχισμένος άνθρωπος, διότι στερείται την ελπίδα, το μοναδικό στήριγμα στο μακρύ δρόμο της ζωής και που είναι ο μόνος αληθινός οδηγός προς την αλήθεια και την ευτυχία.[10]
          Ο Ιερός Χρυσόστομος σε ομιλία του περί πίστεως λέει: "Βακτηρία τις εστιν ισχυρά η πίστις, και λιμήν ασφαλής, της των λογισμών απαλλάτουσα πλάνης, και εν ησυχία πολλή την ψυχήν αναπαύουσα".[11] (Ισχυρό στήριγμα είναι η πίστη και ασφαλές λιμάνι, απαλλάσσει από τους λογισμούς της πλάνης και αναπαύει με πολλή ησυχία την ψυχή). Αμήν!

Γεράσιμος Φραγκουλάκης
Αρχιμανδρίτης




[1] Μτθ. 15, 21-28
[2] Νικηφόρου Θεοτόκη, Κυριακοδρόμιο, τ. Γ΄, έκδοση Ματθαίου Λαγγή, Αθήνα 1984, σ. 142
[3] Μτθ. 8, 10
[4] Ό. π. 8, 7
[5] Ό. π. 8, 8
[6] Ό.π.
[7] Ψαλμ. 13, 1
[8] Μτθ. 8, 13
[9] Γέροντος Παϊσίου Λόγοι Α΄, σ. 225
[10] Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, Το Γνώθι σαυτόν, εκδόσεις Άθως, Αθήνα 2012, σ. 51, 54
[11] Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, PG 56, σ. 273

21/6/15

ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ (ΦΩΤΟΣΤΙΓΜΕΣ)

Την Κυριακή 21 Ιουνίου 2015 το μεσημέρι πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα εκδηλώσεων του Ενοριακού μας Κέντρου, πολιτιστική εκδήλωση με τραγούδια παραδοσιακά και μοντέρνα από το συγκρότημα "Childern of the Sea" από τη Γεωργία και παραδοσιακούς χορούς από την Σερβία, με το χορευτικό συκρότημα της Σερβικής Ορθόδοξης Ενορίας Αννοβέρου και την Ελλάδα, από το χορευτικό συγκρότημα του Πολιτιστικού Συλλόγου Θρακιωτών Αννοβέρου.
Η τριεθνική αυτή εκδήλωση απέσπασε το θαυμασμό και τα θετικά σχόλια όλων των παρευρισκομένων.
































20/6/15

ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ (21. 06. 2015)

Ένα από τα πιο σημαντικά όργανα του ανθρωπίνου οργανισμού είναι οι οφθαλμοί, τα μάτια. Η όραση βασική αίσθηση παίζει ρόλο όχι μόνο στην επιβίωση του ανθρώπου αλλά και στην ποιότητα της ζωής του. Την χρησιμότητα αυτή τονίζει και ο Χριστός στη σημερινή ευαγγελική περικοπή λέγοντας ότι "ο λύχνος του σώματος είναι ο οφθαλμός".[1]
Οι οφθαλμοί είναι εκείνοι που κατευθύνουν το σώμα και το βοηθούν όχι μόνο να οδηγείται όπου επιθυμεί, αλλά οι εικόνες, οι προσλαμβανόμενες παραστάσεις καθορίζουν τα αισθήματα και τα συναισθήματά μας.
Έχει λοιπόν, μεγάλη σημασία το τι βλέπουμε. Υπάρχουν βέβαια πράγματα τα οποία τα βλέπουμε επειδή ανήκουν στο περιβάλλον μας και είναι αδύνατον να τα αποφύγουμε, υπάρχουν όμως και εκείνα τα οποία τα βλέπουμε επειδή εμείς το επιδιώκουμε. Ό, τι κι αν βλέπουμε εκουσίως ή ακουσίως έχει ως αποτέλεσμα να διεγείρει τη σκέψη μας και αναλόγως να καθοδηγεί τις ενέργειές μας. Οι ψυχολόγοι επιβεβαιώνουν αυτή την πραγματικότητα και υποστηρίζουν ότι το 90% των σκέψεων μας εξαρτάται από το τι βλέπουμε. Από δε τις οπτικές πληροφορίες που λαμβάνει ο οργανισμός, σύμφωνα με πειράματα τα οποία έχουν γίνει, συγκρατεί στη μνήμη του το 65% όσων δέχεται ταυτοχρόνως από την όραση και την ακοή και μόνο το 15% εκείνων που προέρχονται μόνο από τη ακοή. Γι' αυτό και στις περιγραφές κάποιων συγκλονιστικών γεγονότων η αντίδρασή μας είναι: "Αν δεν το δω, δεν το πιστεύω". Δεν είναι άλλωστε τυχαίο αυτό που υποστήριζε ο Ρωμαίος συγγραφέας Juvenal[2]˙ "άρτον και θέαμα" έλεγε δίνεται στο λαό, για να αποσπάτε την προσοχή του από τα κοινωνικά προβλήματα. Σήμερα χρησιμοποιούμε αυτή την έκφραση σε περιπτώσεις εξαθλίωσης ενός λαού, που αρκείται μόνο σε εφήμερες απολαύσεις-διασκεδάσεις.
Αναμφισβήτητα οι σκέψεις αλλά και ο τρόπος που σκεφτόμαστε επηρεάζονται από αυτά που βλέπουμε. Με τα λόγια: "Εάν ουν ο οφθαλμός σου απλούς η, όλον το σώμα σου φωτεινό έσται˙ εάν δε ο οφθαλμός σου πονηρός η, όλον το σώμα σου σκοτεινόν έσται. Ει ουν το φως το εν σοι σκότος εστί, το σκότος πόσον;"[3] (Αν λοιπόν τα μάτια σου είναι γερά όλο σου το σώμα θα είναι στο φως. Αν όμως τα μάτια σου είναι χαλασμένα όλο το σώμα σου θα είναι στο σκοτάδι. Κι αν το φως που έχεις, μεταβληθεί σε σκοτάδι, σκέψου πόσο θα είναι το σκοτάδι!), εννοεί προφανώς ο Κύριος ότι όπου προσηλώνονται τα μάτια εκεί προσηλώνεται και το σώμα. Επομένως από εκείνα τα οποία βλέπουμε μπορεί να προέλθει και ο πειρασμός όταν αυτά αποτελούν πειρασμικές εστίες, κέντρα κακά και πονηρά.
Στην εποχή μας που χαρακτηρίζεται από την ταχύτητα της πληροφόρησης και κυρίως σε ό,τι αφορά παιδιά και νέους, τα κέντρα αυτά είναι πάρα πολλά και για τη διάδοσή τους χρησιμοποιούν κυρίως έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα. Γενικώς η τεχνολογία είναι καλή εφόσον τη χρησιμοποιούμε με καλό τρόπο. Μοιάζει όμως με το μαχαίρι που μπορεί κάποιος να το χρησιμοποιήσει για να κόψει τα δεσμά ενός δέσμιου, μπορεί όμως να το χρησιμοποιήσει και για την διάπραξη φόνου. Έτσι συμβαίνει και με τα μέσα πληροφόρησης που διαθέτει σήμερα ο άνθρωπος και τα οποία είναι κυρίως: τα βιβλία, τα περιοδικά και γενικώς τα έντυπα και τα ηλεκτρονικά: τηλεόραση, κινηματογράφος διαδίκτυο.
Κανένας δεν αμφισβητεί ότι κύριος τρόπος μόρφωσης και αυτομόρφωσης είναι το διάβασμα. Με το διάβασμα ο άνθρωπος καλλιεργείται. Το αν είναι θετική ή αρνητική η καλλιέργεια αυτή, εξαρτάται από το τι διαβάζει. Όσο δε αφορά στα βιβλία και στα περιοδικά υπάρχει μεγάλη ποικιλία. Γι' αυτό θα πρέπει να είμαστε ιδιαιτέρως προσεκτικοί στο τι τροφοδοτούμαστε και κυρίως στο τι τροφοδοτούμε τα παιδιά μας. Οι επιρροές από το διάβασμα όπως είπαμε, είναι πολλές και μεγάλες. Το ίδιο ισχύει και για τα οφέλη ή τις ζημίες που προκύπτουν από αυτό.
Υπάρχουν σήμερα δυστυχώς, πολλά βιβλία τα οποία με τρόπο προσπαθούν να μας περάσουν διάφορες ιδέες για να μας κάνουν να συνηθίσουμε σε άλλο τρόπο ζωής από αυτόν που μέχρι τώρα είχαμε. Αν μάλιστα καταφέρουν να πλασαριστούν οι συγγραφείς ως λογοτέχνες, τότε στο όνομα της δήθεν ελευθερίας του λόγου, μπορούν να γράφουν οτιδήποτε ανενόχλητα. Έχετε προσέξει το ό,τι βλάσφημο γράφεται εναντίον του Θεανθρώπου αποτελεί ελευθερία λόγου, ενώ αν γραφτεί κάτι εναντίον της ανομίας και της διαφθοράς αποτελεί προσβολή ανθρωπίνων δικαιωμάτων; Γενικώς αν θέλει κάποιος σήμερα να βρίζει ή να χυδαιολογεί ελεύθερα δεν έχει παρά να δηλώσει καλλιτέχνης ή λογοτέχνης και όχι μόνο θα τύχει καταξίωσης, αλλά θα μπορέσει να ανέβει και σε υψηλά αξιώματα.
Προσέξτε ιδιαιτέρως τι διαβάζουν τα παιδιά σας. Τα περισσότερα κόμικς που απευθύνονται στα παιδιά προπαγανδίζουν ως απολύτως φυσιολογική οικογένεια εκείνην από την οποία λείπει ο πατέρας ή η μητέρα ή υπάρχουν "γονείς" του ίδιου φύλλου. Οφείλουμε να προστατέψουμε τα παιδιά μας από τον καταιγισμό της ανομίας που δέχονται, αντί να τα προωθούμε κι εμείς υποκύπτοντας στα κελεύσματα των καιρών που εμπεριέχουν ανοησία, ανομία και άνοια. Και δεν αναφερόμαστε βεβαίως μόνο στα βιβλία και γενικώς στα έντυπα. Το ίδιο ισχύει και για τα παιχνίδια, για τον κινηματογράφο , για την τηλεόραση, για το διαδίκτυο, την ηλεκτρονική τεχνολογία γενικώς. Έχετε προσέξει τα διάφορα φιλμ που προβάλλονται; Ουδεμία σχέση με διασκέδαση, μα προ πάντων ουδεμία σχέση με την πραγματικότητα.
Από μέσο διασκέδασης και ψυχαγωγίας ο κινηματογράφος έχει μετατραπεί σε μέσο προπαγάνδας και υποδούλωσης προβάλλοντας κατά κύριο λόγο νέες τάσεις και στάσεις ζωής. Το ίδιο ισχύει και για την τηλεόραση. Εκεί πια έχει παραγίνει το κακό με την προπαγάνδα της διαφορετικότητας. Κάθε τι που προβάλλεται εφόσον δεν γίνεται αποδεκτό, ονομάζεται ρατσισμός. Η παραβίαση της προσωπικής ελευθερίας και το δικαίωμα της επιλογής δεν ισχύει εφόσον είναι διαφορετικά από αυτά που "σερβίρονται". Όσο δε αφορά στο διαδίκτυο στο γνωστό ιντερνέτ εκεί τα πράγματα έχουν ξεφύγει τελείως. Από αυτό το χώρο με μεγάλη ευκολία προσφέρονται όλα τα υποπροϊόντα του πολιτισμού μας και μάλιστα σε αφθονία.
Σκοπό δεν έχουμε να κάνουμε διάλεξη για το ρόλο που διαδραματίζουν όλα τα προαναφερόμενα μέσα. Με την αναφορά μας σε αυτά, σκοπό έχουμε να τονίσουμε το ρόλο τους ως κέντρων επιρροής και να επιστήσουμε την προσοχή όλων μας με στόχο την ελάττωση του σκοταδιού που υπάρχει στο περιβάλλον του καθενός μας.
Θα μπορούσε να αντιτάξει κάποιος ότι όλα είναι θέμα διαπαιδαγώγησης και πως όταν υπάρχουν γερά θεμέλια δύσκολα μπορεί κάποιος να ταλαντευθεί. Αυτό αποτελεί μέχρι ενός σημείου αλήθεια, δεν αποτελεί όμως όλη την αλήθεια. Όταν κάποιος βρίσκεται μακριά από τον πειρασμό μπορεί να του φαίνεται ότι έχει δυνάμεις, θέληση ισχυρή και αποφασιστικότητα. Όταν όμως πλησιάσει τον πειρασμό βλέπει όλα τα παραπάνω να υποχωρούν και ξαφνικά γίνεται δούλος της ανομίας, από την οποία με δυσκολία μπορεί να απαλλαγεί.[4]
Τα ψυχικά εκείνα αντισώματα τα οποία χρειαζόμαστε για να ανταπεξέλθουμε και να αντιμετωπίσουμε  νικηφόρα την πλημμύρα του ηθικού κακού που έχει κατακλείσει την κοινωνία μας μπορεί να τα δημιουργήσει μόνο η Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη μας. Μόνο η πνοή αυτής της πίστεως, η αρετή του Χριστού δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα της εξόδου από το αδιέξοδο και το άγχος της εποχής.[5] Χωρίς αυτή την αρετή του Χριστού, που καθιστά δυνατή την κοινωνία του Θεού με τον άνθρωπο, αυτός δεν θα μπορούσε να βλέπει τίποτα άλλο παρά μόνο την ύλη.[6] Και όπως είναι φυσικό σε μια τέτοια περίπτωση "το σώμα σκοτεινόν έσται". Μη γένοιτο. Αμήν!

Γεράσιμος Φραγκουλάκης
Αρχιμανδρίτης

                  





[1] Μτθ. 6, 22
[2] Έζησε περίπου 60-140 μ.Χ.
[3] Μτθ. 6, 22-23
[4] Δ. Γ. Παναγιωτοπούλου, Ο Σύμβουλος του Νέου, εκδόσεις "Ο ΣΩΤΗΡ", Αθήνα-Ιανουάριος 1980, σ. 137
[5] Καλλινίκου Καρούσου, Μητροπολίτου Πειραιώς, Θέματα Παιδείας και μηνύματα προς νέους, εκδόσεις Χρυσοπηγή, Αθήνα 1987, σ.94
[6] Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, Το Γνώθι σαυτόν, εκδόσεις Άθως, Αθήνα 2012, σ.337

19/6/15

Die Christliche Orthodoxie und der Islam


Vortrag gehalten in Bonn am 11.06.2015
anlässlich der Feier des Namenstages
des Ökumenischen Patriarchen Bartholomaios I.
Prof. Dr. Georges Tamer, Universität Erlangen-Nürnberg


Eminenz, sehr verehrter Metropolit Augoustinos von Deutschland, Exarch von Zentraleuropa
des Ökumenischen Patriarchats von Konstantinopel; sehr verehrter Metropolit Isaak,
Metropolit der Orthodoxen Kirche von Antiochien in Deutschland und Mitteleuropa (Rum-
Orthodox); Eminenzen; Exzellenzen; hochwürdige Väter; sehr verehrte Festgäste,
zuerst möchte ich mich bei Seiner Eminenz Metropolit Augoustinos für seine Einladung, aus
Anlass der Feier des Namenstages Seiner Allheiligkeit des Ökumenischen Patriarchen
Bartholomaios I. zu Ihnen zu sprechen, herzlich bedanken. Mich freut es, in diesem Haus zu
sein, das sich über Jahrzehnte als eine offene Begegnungsstätte für alle Orthodoxen in
Deutschland sowie als Ort ökumenischen Engagements erwiesen hat.
Ich folge der Bitte, etwas zum Thema „Orthodoxie und Islam“ vorzutragen, selbstverständlich
gern, nicht nur aufgrund meiner akademischen Tätigkeit, sondern gleichermaßen aufgrund
meiner Biographie. Im Libanon, einem vom Zusammenleben von Christen und Muslimen mit
allen zusammenhängen Spannungen und Wechselwirkungen geprägten Land, in einer
orthodoxen Familie geboren und von meiner Jugend an in der Griechisch-Orthodoxen Kirche
von Antiochia aktiv, verfüge ich über eine privilegierte Beziehung zum Islam und seinen
vielfältigen Facetten. Im Mittelpunkt meiner Forschungen steht der Koran, den ich schon als
Jugendlicher zum ersten Mal gelesen habe, gleich nachdem ich meine erste Lektüre der Bibel
mit ihren beiden Testamenten abgeschlossen hatte. Selbstverständlich las ich beide Schriften
auf Arabisch, der Sprache, die als Wiege interreligiöser Kommunikation zwischen Anhängern
der monotheistischen Religionen gilt. Denn das Arabische war die erste Sprache überhaupt, in
der die heiligen Schriften der Juden, Christen und Muslime gleichzeitig beheimatet sind - ein
historisches Faktum mit weitreichenden Implikationen für die interreligiösen Beziehungen im
arabischen Sprachraum in der Vergangenheit und der Gegenwart.
Aber zurück zum Jubilar des heutigen Namenstags. Im November 2009 schenkte Patriarch
Bartholomaios I. dem Großmufti des Kaukasus Scheichülislam Allahschükür Paschazade,
Oberhaupt der Muslime im Kaukasus, anlässlich von dessen 60. Geburtstag ein wertvolles
Koranexemplar. Beobachter und Journalisten sahen darin nicht nur ein Zeichen des Respekts
dem Beschenkten gegenüber, sondern viel mehr eine bedeutende Geste der Hochachtung
gegenüber dem Koran: Der Ökumenische Patriarch demonstrierte damit seine Anerkennung
dieses Buches als eines wertvollen Geschenks. Wollte der Patriarch von Konstantinopel damit
etwa auf die moralische Unterstützung, die im Koran den Byzantinern vor knapp 14
Jahrhunderten zuteilwurde, reagieren?
Tatsächlich äußert sich der Koran am Anfang von Sure 30, die den Namen „ar-Rūm“, d.h. die
(Ost)Römer, die Byzantiner, trägt, zugunsten dieser in ihrem langjährigen Kampf gegen die
Perser in den ersten drei Dekaden des siebten Jahrhunderts. In einer für die mekkanische Zeit
der koranischen Verkündigung ungewöhnlichen Stellungnahme sagt der Koran:
„Die Byzantiner sind besiegt worden im nächstgelegenen Land. Doch nach ihrer
Niederlage werden sie siegen in etlichen Jahren. Gott steht die Entscheidung zu –
vorher und nachher. An jenem Tag werden sich die Gläubigen über Gottes Hilfe
freuen. Er hilft dem, dem er helfen will. Denn Er ist der Mächtige, der Barmherzige.
Die Verheißung Gottes! Gott bricht Seine Verheißung nicht. Doch die meisten
Menschen wissen nicht Bescheid.“ (Q 30:2-6)
In arabischer Sprache klingen diese bemerkenswerten Verse wie folgt:
غُلِبَتِ الرُّ ومُ ﴿ ۲﴾ فِي أَدْنَى الْأَرْ ضِ وَھُم مِّن بَعْدِ غَلَبِھِمْ سَیَغْلِبوُنَ ﴿ ۳﴾ فِي بِضْعِ سِنِینَ لِلَّھِ الْأَمْرُ مِن قَبْلُ وَمِن
بَعْدُ وَیَوْمَئِذٍ یَفْرَ حُ الْمُؤْمِنُونَ ﴿ ٤﴾ بِنَصْرِ اللَّھِ یَنصرُُ مَن یَشَاءُ وَھُوَ الْعَزِیزُ الرَّ حِیمُ ﴿ ٥﴾ وَعْدَ اللَّھِ لَا یُخْلِفُ اللَّھ وَعْدَهُ
﴾ وَلَٰكِنَّ أَكْثَرَ النَّاسِ لَا یَعْلَمُونَ ﴿ ٦
Mit der beklagten Niederlage der Byzantiner könnte vermutlich der Verlust Syriens und
Jerusalems, der Arabien nächstliegenden Gebiete nach koranischer Bezeichnung, im Jahr 614
gemeint sein. Für den Koran und die Urgemeinde konnte diese Niederlage nicht als
endgültige gelten, denn sie hätte den endgültigen Sieg der heidnischen Perser über die
gottgläubigen Byzantiner bedeutet – eine religiös-politische Entwicklung, die nicht im Sinne
Muhammads gewesen wäre, der selber gegen das Heidentum auftrat. Der Koran verspricht die
Umkehrung der Verhältnisse, denn die Entscheidung darüber, wer am Ende siegen würde,
liegt allein bei Gott. Angeführt von Kaiser Herakleios gelang es den Byzantinern 629/30, die
Perser zu besiegen und das Kreuz Christi zurückzubekommen.
Mit der politischen, byzanzfreundlichen Aussage wird an der Stelle ein für die koranische
Weltanschauung zentrales Theologoumenon verbunden, demnach Gott die einzige Macht ist,
die freiwillig der Kampfpartei Sieg verleiht, die Gott nah steht. Zwei weitere Gedanken sind
hier bemerkenswert: Zum einen wird der in Aussicht gestellte Sieg der Byzantiner als Gottes
absolut sichere Verheißung bezeichnet, für die sich kein anderer als Gott selbst verbürgt. Zum
anderen stellt der Koran antizipierend fest, dass die Gläubigen dem künftigen Sieg der
Byzantiner über die Perser mit Freude begegnen werden. Mit den Gläubigen in jener frühen
Zeit der koranischen Verkündung in Mekka, bevor Muhammad in die Stadt Yathrib
übersiedelte, könnten nicht nur die Anhänger Muhammads gemeint sein. Das Konzept der
Gläubigen (Arab.: al-muʾminūn) war mit großer Wahrscheinlichkeit damals noch offen für
Gottgläubige verschiedener Glaubensrichtungen – also auch für Juden und Christen -, die von
Muhammad nachdrücklich dazu aufgefordert wurden, seiner neuen Botschaft Folge zu leisten.
Die bereits vorgetragene Passage enthält die einzige politische Aussage im Koran vor der
Auswanderung Muhammads aus Mekka. Danach betritt er die Weltbühne nicht nur als
Verkünder göttlicher Offenbarungen, sondern auch als erfolgreicher Staatsmann und Feldherr.
Der Name seiner neuen Wirkungsstätte wurde von Yathrib zu al-Madīna, „der Stadt“ geändert.
Der neue Ortsname „al-Madīna“ kommt im Koran viermal vor (Q 9:101, 120; 33:60; 63:8).
Handelt es sich bei dieser Namensänderung um eine Nachahmung des griechischen Namen „i
Polis“, „die Stadt“, einer verkürzten Form von „Konstantinoupolis“? Darüber kann ich nur
spekulieren. Fest steht jedenfalls, dass die Hauptstadt des oströmischen Reiches, die Stadt
Konstantins, bald die ernsthafte Bedrohung der jüngeren „Stadt des Propheten“ zu spüren
haben sollte. Dem muslimischen Reich gegenüber verkörperte Byzanz von Anfang an Vorbild
und Rivalität gleichermaßen. In der um die Mitte des achten Jahrhunderts, d.h. mindestens
120 Jahre nach seinem Tod, verfassten Biographie Muhammads wird berichtet, dass ein Licht
aus seiner Mutter hervorging, das ihr die römischen Paläste in der damals herrlichen Stadt
Buṣrā südlich von Damaskus beleuchtete, als sie mit Muhammad schwanger wurde. Die
retrospektiv erzählte Vision spiegelt selbstverständlich die politische Realität in der Zeit ihrer
schriftlichen Fixierung wider. Um jene Zeit waren schon große Teile des Byzantinischen
Reiches in die Hände der Muslime gefallen, die Hauptstadt des Umayyaden-Staates wurde
Damaskus, die bis vor kurzem Hauptstadt der oströmischen Provinz Syrien war. Die
byzantinischen Verwaltungsstrukturen blieben jahrzehntelang aufrechterhalten und die in der
ehemals oströmischen Provinz Syrien lebenden orthodoxen Christen dienten ihren neuen
Herren. Obwohl die Abbasiden ihr Machtzentrum nach Bagdad nahe dem Land der Perser
verlagerten, blieb Byzanz ihr Vorbild wie beispielsweise bei der Entwicklung des Systems des
Kalifats. Aus Byzanz ließen sich die Muslime griechisches Wissen und griechische
Philosophie überbringen. Durch eine in ihrem Umfang bislang unvergleichliche, besonders
von Christen getragene Übersetzungsbewegung aus dem Griechischen ins Arabische
empfingen nach Wissen strebende Muslime Schätze der griechischen Zivilisation in der
Antike und der Spätantike, entwickelten sie weiter und gaben später ihre Werke dem
lateinischen Europa der Scholastik, Renaissance und Aufklärung. Auch Byzanz profitierte
später von den von Muslimen entwickelten Wissenschaften wie der Mathematik und
Astronomie.
Theologische Lehren im Koran werden vorzüglich im Zusammenhang mit der Ablehnung von
christlich-orthodoxen Lehren entwickelt. So wird z.B. die koranische Lehre von der absoluten
Einheit Gottes im gleichen Atemzug mit der Zurückweisung der Trinität prägnant artikuliert,
wenn in der kurzen Sure 112, die den Namen des reinen Glaubensbekenntnisses „al-Ikhlāṣ“
trägt, bekräftigt wird, dass Gott der Eine ist, der nicht zeugte und nicht gezeugt wurde, und
dass niemand Ihm gleicht. Dass darin deutlich die Trinität und die Wesensgleichheit des
Sohnes mit dem Vater (ὁμοούσιος) abgewiesen werden, liegt auf der Hand. Ebenfalls im
Einklang mit christlichen Häresien verneint der Koran, dass ʿĪsā, Jesus, der Sohn Mariae,
Sohn Gottes ist, dem im Christentum Anbetung gebührt. Von seiner Kreuzigung will der
Koran nichts wissen. Gekreuzigt wurde dort ein anderer, der in einem perfekten
Täuschungsakt von den Juden für Jesus gehalten wurde. Mit dem Opfertod Christi
verschwindet aus dem Koran ebenfalls seine Auferstehung. Eine Heilsgeschichte ist dort
ohnehin nicht nötig, weil der Sündenfall Adams und seiner Frau im Islam nicht dieselben
theologischen Konsequenzen wie im orthodoxen Christentum hat. Im Koran besteht die
ursprüngliche Sünde des ersten Menschen darin, dass er das Gebot Gottes aufgrund
satanischer Versuchung vergessen hat. Sünde ist also mit Vergesslichkeit gleichzusetzen. Gott
nahm jedoch die Kommunikation mit Adam gleich nach seiner Reue wieder auf, schickte
wiederholt mahnende Propheten, die die Menschen daran erinnerten, sich Gottes Willen zu
beugen. Der Koran versteht sich im Ganzen als Mahnung, als Erinnerung ( νάμνησις) daran,
den menschlichen Urzustand der Gottergebenheit wiederherzustellen. Diesem
Selbstverständnis entspricht die Bedeutung des Islams im Sinne von „Ergebung, Hingabe“.
Obwohl eine göttliche Natur Jesu vom Koran völlig abgelehnt wird, wird er an einer Stelle
(4:171) als Wort Gottes und Geist von Ihm bezeichnet. Die Jungfräulichkeit seiner Mutter
wird bekräftigt; seine Geburt findet auf eine wundersame Weise unter einer Palme statt. Vieles
von diesen Erzählungen ist ebenfalls in der christlich-apokryphen Literatur vorhanden.
Gemäß islamischer Lehre wird Jesus am Ende der Weltzeit wiederkommen, den Antichristen
besiegen und damit die Ankunft des Jüngsten Gerichts einleiten. Als ein Prophet genießt er im
Islam eine Sonderstellung, auch durch seine Heilungstätigkeit hebt er sich im Koran von allen
anderen Propheten ab.
Die Geschichte der Beziehungen zwischen Religionsgemeinschaften wird nicht allein von der
Theologie bestimmt. Eine stärkere Rolle dürften dabei politische, kulturelle, wirtschaftliche
und gesellschaftliche Faktoren spielen. All dies prägt die Vergangenheit und die Gegenwart
der Beziehungen zwischen orthodoxen und muslimischen Gesellschaften. Da sich der Islam in
seiner Frühzeit in den Gebieten der ersten vier orthodoxen Patriarchate Konstantinopel,
Alexandria, Antiochia und Jerusalem verbreitete, entwickelten sich unterschiedliche Formen
des Zusammenlebens, das Epochen des Friedens, aber auch nicht selten Spannungen,
Unterdrückung und kriegerische Konflikte kennt. Zusammen mit den Juden werden die
Christen im Koran als „Buchbesitzer“ (ahl al-kitāb) respektiert. Sie wurden im Frühislam
nicht zwangskonvertiert, mussten jedoch die Kopfsteuer zahlen und auf viele Privilegien im
Staat verzichten. Die Mehrheit der Bevölkerung im Lande des Islams blieb bis ins 10.
Jahrhundert hinein christlich. Im späteren Verlaufe der Geschichte änderten sich jedoch die
demographischen Verhältnisse. Vor allem im Nahen Osten und in der heutigen Türkei
reduzierte sich allmählich die Zahl der Christen. Die stärkere Religionsgemeinschaft neigt in
den meisten Fällen leider dazu, die schwäre Gemeinschaft zu unterdrücken.
Neben den altorientalischen Kirchen sind die orthodoxen Kirchen, die bereits genannten
ältesten und die jüngeren in Ost- und Südosteuropa, diejenigen christlichen Kirchen, die am
längsten und am intensivsten mit dem Islam seit vielen Jahrhunderten in wechselseitigen
Beziehungen stehen. Bemerkenswert in diesem Zusammenhang ist die Erfahrung der
orthodoxen Kirche von Antiochia – das sage ich nicht, weil ich dieser Kirche angehöre.
„Rum-Orthodox“ genannt, ist diese Kirche ihrem eigenen Selbstverständnis nach die
arabische byzantinisch-orthodoxe Kirche. So wird sie auch von den arabischen Muslimen
wahrgenommen. Einer ihrer großen Heiligen, Johannes von Damaskus (gest. vor 754), der
infolge seines Vaters ein hohes Amt am Hofe der Umayyaden bekleidete, bevor er sich in das
Kloster des Heiligen Sabas bei Jerusalem zurückzog und dort bedeutende theologische Werke
und Hymnen schrieb, setzte sich bereits früh mit islamisch-theologischen Gedanken
auseinander. Schrieb er noch Griechisch, änderte sich dies bei seinem bedeutenden
Nachfolger Theodor Abū Qurra (gest. um 820), dem vermutlich ersten orthodoxen Theologen
in arabischer Sprache. Neuere Studien zu Abū Qurras Theologie überzeugen, wenn sie in
seinem Werk, verglichen mit den Werken früherer griechischer Kirchenväter, Besonderheiten
in der Formulierung von orthodoxen Glaubensinhalten auf Arabisch ans Licht bringen. Solche
spezifischen Merkmale sind durch den arabischen, islamisch geprägten Kontext bedingt. Die
rum-orthodoxe Kirche von Antiochia hat etwa seit dem 9. Jahrhundert damit begonnen, neben
Griechisch Arabisch in der Liturgie zu verwenden. Dies ist als Zeichen kreativer
Wahrnehmung einer veränderten historischen Situation zu deuten, so wie heute, wenn
orthodoxe Kirchen in Deutschland unter pastoraler Berücksichtigung der neuen Generationen
verstärkt die deutsche Sprache in der Liturgie verwenden.
Die langen, vielschichtigen und facettenreichen Beziehungen der orthodoxen Kirchen in ihren
Heimatländern mit muslimischen Gemeinschaften unterschiedlicher Prägung ist ein
Erfahrungsschatz, den man in Deutschland gut gebrauchen kann, wenn es um die
Entwicklung eines in Deutschland heimisch gewordenen Islams geht. Eine große Aufgabe, die
die deutsche Gesellschaft insgesamt mit den muslimischen Verbänden und Akteuren als Teil
davon noch zu bewältigen hat. Die orthodoxen Kirchen können sicherlich einen wichtigen
Beitrag dazu leisten. Denn ihre Erfahrung mit dem Islam ist tiefer und weitreichender als die
der anderen Kirchen. Während die erste Moschee in Rom erst 1995 eröffnet wurde, befand
sich in Konstantinopel bereits seit dem achten Jahrhundert eine Moschee. Und während alle
Christen den Gottesdienst mit der Formel „Im Namen des Vaters, des Sohnes und des
Heiligen Geistes“ eröffnen, fügen die Rum-Orthodoxen Antiochener einzigartig „des einen
Gottes“ hinzu, um die Einheit des trinitarischen Gottes zu bekräftigen. Sie drücken damit eine
synthetisierende Realität aus, in der der Islam zum festen Bestandteil geworden ist.

17/6/15

Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΩΝ ΣΠΑΡΑΓΓΙΩΝ

Στην ετήσια εκδήλωσή που διοργανώνουν από κοινού το κόμμα της CDU στην Κάτω Σαξωνία και η ένωση σπαραγγοπαραγωγών Nienburg παραβρέθηκαν ο ιερατικώς προϊστάμενος της ενορίας μας, Αρχιμανδρίτης π. Γεράσιμος Φραγκουλάκης και ο Διευθυντής του Ελληνικού Λυκείου Αννοβέρου Δρ. κ. Φοίβος Χατζημιχαήλ.
Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στο Garbsen, περιοχή του Αννοβέρου, το απόγευμα της Τρίτης 16 Ιουνλιου 19 Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος παραβρέθηκαν περί τις 300 προσωπικότητες από το χώρο τον πολιτικό, επιστημονικό, ακαδημαϊκό και εκκλησιαστικό.








14/6/15

ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ, (14.06.2015)

Γερασίμου Ι. Φραγκουλάκη
Αρχιμανδρίτη



Ανθρώπους άσημους, απλούς ψαράδες καλεί ο Χριστός ως πρώτους μαθητές του, τους δύο αδελφούς τον Πέτρο και τον Ανδρέα.
          Σίγουρα δεν περίμεναν τα δύο αδέλφια, γνωστοί ψαράδες της περιοχής, ότι εκείνο το πρωινό θα άκουγαν την πρόσκληση από το Χριστό "δεύτε οπίσω μου, και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων",[1] (ακολουθήστε με και θα σας κάνω ψαράδες των ανθρώπων).
          Δεν ήταν δύσκολο να αποδεχθούν την πρόσκληση αυτή, διότι λίγο-πολύ γνώριζαν ποιος τους την απευθύνει, διότι είχαν ακούσει τόσα πολλά γι'  αυτόν από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, του οποίου ήταν μαθητές. Η ίδια σκηνή επαναλαμβάνεται και με τους γιους του Ζεβεδαίου, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Αυτή ήταν η πρώτη ομάδα των μαθητών του Χριστού, με κοινά χαρακτηριστικά το επάγγελμα και τη σαρκική συγγένεια. Ψαράδες ήταν και οι τέσσερεις και δυάδες αδελφών συνάμα.
          Αυτό που πρέπει να παρατηρήσουμε αγαπητοί μου αδελφοί, είναι ότι, τις πρώτες προσκλήσεις του τις απευθύνει ο Κύριος σε απλοϊκούς ψαράδες, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να συμβολίσει την αποστολή τους, που δεν θα ήταν άλλη από την ανάβαση των ανθρώπινων ψυχών από το βυθό της αμαρτίας, στο φως της αλήθειας του Ευαγγελίου του, αλλά και να τονίσει πως έργο της Θείας Χάριτος είναι όλο το καύχημα της πίστεως, η διάδοση του Ευαγγελίου και η θεμελίωση του Χριστιανισμού και όχι έργο ανθρώπινο που στηρίχθηκε σε αξιώματα και σε οικονομική δύναμη,  "όπως μη καυχήσηται πάσα σαρξ ενώπιον αυτού",[2] (για να μην μπορεί να καυχηθεί κανένας άνθρωπος απέναντι στο Θεό).
          Υπάρχει όμως και κάτι άλλο αξιοπρόσεκτο. Ας θυμηθούμε ποια χαρακτηριστικά ορίζει ο ίδιος ο Χριστός για όλους τους μαθητές του. Λέει λοιπόν: "Εν τούτω γνώσονται πάντες, ότι εμοί μαθηταί εστέ, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις"[3] (Έτσι θα σας ξεχωρίζουν όλοι πως είστε μαθητές μου, αν έχετε αγάπη ο ένας για τον άλλο). Ποιο είναι το μήνυμα του Ευαγγελίου επομένως;  Ότι πρέπει να έχουμε μεταξύ μας ισχυρό δεσμό αγάπης και τέτοιος δεσμός είναι ο αδελφικός, γι'  αυτό και η λέξη αδελφός κυριαρχεί μεταξύ των Χριστιανών. Γι' αυτό ακριβώς και ο Χριστός διαλέγει οι πρώτοι μαθητές του να είναι αδέλφια μεταξύ τους. Αδέλφια ο Πέτρος με τον Ανδρέα, αδέλφια και ο Ιάκωβος με τον Ιωάννη. Και όπως ακούσαμε ο Πέτρος και ο Ανδρέας "ευθέως αφέντες τα δίκτυα, ηκολούθησαν αυτώ",[4] (αμέσως άφησαν τα δίχτυα και τον ακολούθησαν) και ο Ιάκωβος με τον Ιωάννη "ευθέως αφέντες το πλοίον και τον πατέρα αυτών, ηκολούθησαν αυτώ",[5] (αμέσως άφησαν το ψαροκάικο και τον πατέρα τους και τον ακολούθησαν). Δεν αφήνουν μόνο το πλοίο τους για να ακολουθήσουν τον Κύριο, αφήνουν και τον πατέρα τους, ο οποίος όπως φαίνεται από την ευαγγελική διήγηση εργαζόταν μαζί τους. Γιατί τον εγκαταλείπουν; Γιατί μάλλον αυτός δεν πίστεψε στο Χριστό. Προτιμούν λοιπόν να ακολουθήσουν τον Θεό-Πατέρα παρά το σαρκικό τους πατέρα.[6]
          Και οι τέσσερεις ψαράδες δείχνοντας αμέσως πίστη και αυταπάρνηση αφήνουν τα πάντα για να ακολουθήσουν το Χριστό. Πίστη και υπακοή μαζί. Μένουν μόνοι τους με το Χριστό. Όποιος αποφασίζει να κάνει το Χριστό Αρχηγό της ζωής του , πρέπει να τον ακολουθεί πιστά και να υπακούει απόλυτα στις υποδείξεις του. Στο θέμα αυτό ο Χριστός είναι απόλυτος: ή όλα ή τίποτα. Οι ψαράδες της Γαλιλαίας δεν είπαν στο Χριστό μόνο το "ναι", αλλά τον ακολούθησαν κιόλας με συνέπεια και υπευθυνότητα, χωρίς δικαιολογίες, χωρίς αναβολές, χωρίς καθυστερήσεις.[7] Και παρόλο που εγκαταλείπουν τα πάντα για να ακολουθήσουν το Χριστό, δεν είναι χαμένοι. Αντιθέτως είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι.
Ακολουθώντας το Χριστό, δεν θα είχαν το δικό τους σπίτι, είχαν όμως εκείνον που είναι ο δημιουργός όλου του κόσμου.
Ακολουθώντας το Χριστό θα είχαν την κατακραυγή του κόσμου, συγχρόνως όμως αποσπούσαν τον έπαινο των Αγγέλων.
Ακολουθώντας το Χριστό δεν θα είχαν χρήματα, εξασφάλισαν όμως μισθό ανυπολόγιστο.
 Ακολουθώντας το Χριστό εγκαταλείπουν τα φθαρτά τα γήινα, κερδίζουν όμως τα ουράνια, τα αιώνια.
          Θα πουν ίσως ορισμένοι: Δηλαδή να τα αφήσουμε όλα κι εμείς και να ακολουθήσουμε το Χριστό;
          Αδελφοί μου, όλα; ποια όλα;
          Πρώτα απ' όλα δεν είναι τίποτα δικό μας. Όταν ήρθαμε στη ζωή δεν φέραμε τίποτα μαζί μας. Και όπως ήρθαμε γυμνοί, έτσι και θα φύγουμε.
          Αλλά ακόμα κι αν αποκτήσαμε ορισμένα υλικά πράγματα, θα υποχρεωθούμε κάποτε, όταν θα μας καλέσει ο θάνατος, να τα αφήσουμε. Στο κάλεσμα του θανάτου θέλουμε δεν θέλουμε τα αφήνουμε όλα. Στο κάλεσμα του Χριστού διστάζουμε και αρνούμαστε.[8]
          Μας καλεί και σήμερα ο Χριστός, όπως κάλεσε τότε τους μαθητές του. Η πρόσκληση αυτή απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους από το Θεό "ος πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν".[9] (που θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και να γνωρίσουν σε βάθος την αλήθεια).
          Ας μείνουμε λίγο σε αυτό το σημείο της πρόσκλησης του Θεού προς όλους μας. Υπάρχουν δυστυχώς κάποιοι οι οποίοι υπαινίσσονται ότι έχουν γίνει αποδέκτες της προσκλήσεως αυτής του Θεού, ενώ κατά βάθος ουδεμία σχέση έχουν με αυτόν. Μιλούν γλυκά, πειστικά χρησιμοποιώντας πολλές φορές το Λόγο του Ευαγγελίου. Όμως αν μπορέσει κανείς να παρακολουθήσει τα έργα τους θα διαπιστώσει ότι πρόκειται για ανθρώπους πλανεμένους, πολλές φορές και αιρετικούς. Γι' αυτό και δεν πρέπει να ξεγελιόμαστε "Εγερθήσονται ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται και δώσουσι σημεία μεγάλα και τέρατα, ώστε πλανήσαι, ει δυνατόν, και τους εκλεκτούς".[10] (Θα εμφανιστούν ψευδομεσσίες και ψευδοπροφήτες, που θα κάνουν μεγάλα και φοβερά θαύματα, για να παραπλανήσουν , αν είναι δυνατόν, ακόμα και όσους διάλεξε ο Θεός). Γι' αυτό και πρέπει να είμαστε ιδιαιτέρως προσεκτικοί και να ανταποκρινόμαστε μόνο στην πρόσκληση που μας απευθύνει ο Χριστός μέσα από την Εκκλησία. Κάθε άλλη πρόσκληση είναι πονηρή και δεν σκοπεύει στη σωτηρία, αλλά στην καταστροφή του ανθρώπου. Ο καθένας μας δηλώνει την αποδοχή της προσκλήσεως του Κυρίου με το Βάπτισμά του και την υλοποιεί με τη συμμετοχή του στη ζωή της Εκκλησίας. Πρέπει δε, να τονίσουμε ότι, στην Εκκλησία πραγματοποιείται και βιώνεται η σωτηρία μέσα από τη συνέχιση της Σταυρικής Θυσίας του Χριστού με τη Θεία Ευχαριστία.
          Μην ξεγελιόμαστε λοιπόν με τις προσκλήσεις εκείνες που μας καλούν σε απομονωμένη σωτηρία. Όπως λέει ο σύγχρονος μας Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης: "Κανείς δεν πρέπει να θέλει να σωθεί μόνος του χωρίς να σωθούν και οι άλλοι. Είναι λάθος να προσεύχεται κανείς για τον εαυτό του, για να σωθεί ο ίδιος. Τους άλλους πρέπει ν' αγαπάμε και να προσευχόμαστε να μη χαθεί κανείς˙ να μπουν όλοι στην Εκκλησία".[11]
          Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός μας προσκαλεί και περιμένει να ανταποκριθούμε στην πρόσκλησή του. Σε μας απομένει να αποδεχθούμε ή να μην αποδεχθούμε αυτή την πρόσκληση. Η αποδοχή της σημαίνει σωτηρία, Βασιλεία του Θεού, ζωή αιώνιο. Η μη αποδοχή της σημαίνει δεινά, καταστροφή και απώλεια. Δεν είναι δύσκολο επομένως να διαλέξουμε. Η δυσκολία είναι στο να αποφασίσουμε. Γι΄ αυτό ας παρακαλέσουμε τον Κύριο που γνωρίζει την αδυναμία μας, να μας βοηθήσει να ανταποκριθούμε στην πρόσκλησή του. Αμήν!
           
         



[1] Μτθ. 4, 19
[2] Α΄Κορ. 1, 29
[3] Ιωαν. 13, 35
[4] Μτθ. 4, 20
[5] Μτθ. 4, 22
[6] Νικηφόρου Θεοτόκη, Κυριακοδρόμιον, εκδόσεις Ματθαίου Λαγγή, τ. Γ΄, Αθήνα 1984, σ. 125-127
[7] Μητροπολίτου Ευθυμίου Κ. Στύλιου, Λόγος Ζωής, εκδόσεις Άθω-εκδόσεις Σταμούλη, Αθήνα 2001, σ.87-88
[8] Αρχιμ. Δανιήλ Γ. Αεράκη, Ο Χριστός χθες και σήμερα, Αθήνα 1993, σ. 112
[9] Α΄Κορ. 2, 4
[10] Μτθ. 24, 24
[11] Βίος και λόγοι Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, © Ιερά Μονή Ζωοδόχου Πηγής-Χρυσοπηγής